Σάββατο 30 Ιουνίου 2012

Η εξομολόγηση κόβει τα δικαιώματα του διαβόλου Να πάνε τουλάχιστον οι άνθρωποι σε έναν Πνευματικό να εξομολογηθούν, να φύγη η δαιμονική επίδραση, για να μπορούν να σκέφτωνται λιγάκι. Τώρα δεν μπορούν ούτε να σκεφθούν από την δαιμονική επίδραση. Η μετάνοια, η εξομολόγηση κόβει το δικαίωμα του διαβόλου. Πριν λίγο καιρό, ήρθε στο Άγιον Όρος ένας μάγος και έφραξε με πασσαλάκια και δίχτυα όλο τον δρόμο, εκεί σε μια περιοχή κοντά στο Καλύβι. Αν περνούσε από ‘κεί μέσα ένας ανεξομολόγητος, θα πάθαινε κακό. Δεν θα ήξερε από πού του ήρθε. Μόλις τα είδα, κάνω τον Σταυρό μου και περνώ από μέσα· τα διέλυσα. Μετά ο μάγος ήρθε στο Καλύβι, μου είπε όλα τα σχέδιά του και έκαψε τα βιβλία του. Σε έναν που είναι πιστός, εκκλησιάζεται, εξομολογείται, κοινωνάει, ο διάβολος δεν έχει καμμιά δύναμη, καμμιά εξουσία. Κάνει μόνο λίγο «κάφ-κάφ» σαν ένα σκυλί που δεν έχει δόντια. Σε έναν όμως που δεν είναι πιστός και του δίνει δικαιώματα, έχει μεγάλη εξουσία. Μπορεί να τον λιντσάρη· έχει δόντια και τον ξεσκίζει. Ανάλογα με τα δικαιώματα που του δίνει μια ψυχή, είναι και η εξουσία του επάνω της. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου » Αναρτήθηκε στις ''ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ'', - Γέρων Παΐσιος, Η Θ.Κοινωνία, Η εποχή μας, Η εξομολόγηση, Η μετάνοια, Ο εκκλησιασμός. Ετικέτες: ''ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ'', Γέρων Παΐσιος, η Θεία Κοινωνία, η εξομολόγηση, η μετάνοια, ο εκκλησιασμός.

Πίστις και συναίσθησις της αμαρτωλότητος (Κυριακή Δ΄ Ματθαίου)

Ὁ ἑκατόνταρχος (Ρωμαῖος ἀξιωματικὸς) τῆς Καπερναούμ, ποὺ πλησίασε τὸ Χριστὸ καὶ τὸν παρακάλεσε γιὰ τὴ θεραπεία τοῦ παράλυτου δούλου του, ὁ ὁποῖος ὑπέφερε ἀπὸ τρομεροὺς πόνους, εἶχε δύο σπουδαῖες ἀρετές: πίστη καὶ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του. Τὴν πίστη του φανέρωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν, ἐνῶ ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του φάνηκε ἀπὸ τὴν παράκλησή του πρὸς τὸν Χριστὸ νὰ μὴ ἐπισκεφθεῖ τὸ σπίτι του, λέγοντάς του: «Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς». Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἱκανοποίησε τὸ αἴτημά του καὶ θεράπευσε τὸ δοῦλο του, χωρὶς νὰ πάει στὸ σπίτι του...
Οἱ δύο ἀρετὲς τοῦ ἑκατόνταρχου εἶναι ἀξιοθαύμαστες. Πιστεύει στὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι βέβαιος ὅτι μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὸ δοῦλο καὶ ἐξ ἀποστάσεως, «μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου».Ἦταν μεγάλη ἡ πίστη του καὶ ἀπεριόριστος ὁ σεβασμός του πρὸς τὸν Χριστό, γι᾽ αὐτὸ αἰσθανόταν τὸν ἑαυτό του ἀσήμαντο καὶ ἀνάξιο νὰ τὸν δεχτεῖ στὸ σπίτι του.
Ἡ πίστη στὸ Θεὸ ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα στὴ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας.Ὅπως καὶ ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας ἀνυψώνει στὴν πίστη, ὁδηγεῖ στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἀλλοιώνει ἱερῶς τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Συχνὰ οἱ χριστιανοὶ λησμονοῦν αὐτὴ τὴ βασικὴ ἀλήθεια καὶ γι᾽ αὐτὸ δὲν προκόβουν πνευματικά. Διατηροῦν τὴν πίστη τους στὸ Χριστό, ἀλλὰ δὲν μεταμορφώνονται, γιατὶ δὲν ἔχουνβαθιὰ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς τους. Θὰ ἔλεγα ὅτι, ἀντίθετα, ἔχουν μιὰ ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι ἐνάρετοι, ἀφοῦ δὲν μοιάζουν μὲ τοὺς μεγάλους ἁμαρτωλοὺς τοῦ κόσμου! Πρόκειται γιὰ μιὰ πλάνη, ποὺ πρέπει νὰ ἀπορρίψουν οἱ πνευματικοὶ ἀγωνιστές.
Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Διονύσιος Τάτσης

Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ

α) Τι σημαίνει ευαγγελισμός
β) Η θέωση της Παναγίας
γ) Θεοτόκος και προπατορικό αμάρτημα
δ) Υπακοή και ελευθερία της Θεοτόκου
ε) Η σύλληψη του Λόγου έγινε δημιουργικώς
στ) Η θέωση της ανθρωπίνης φύσεως «άμα τη προσλήψει»
... ζ) Η υπέρ φύσιν και κατά φύσιν κυοφορία
η) Η σύλληψη ανήδονος, η κυοφορία άκοπος και η γέννηση ανώδυνος
θ) Η Θεοτόκος τύπος του μέλλοντος αιώνος
ι) Προσωπική μέθεξη του Ευαγγελισμού
Η εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου είναι Δεσποτικοθεομητορική εορτή. Αυτό σημαίνει ότι είναι Δεσποτική επειδή αναφέρεται στον Δεσπότη Χριστό, ο οποίος συνελήφθη στην γαστέρα της Θεοτόκου, και θεομητορική εορτή επειδή αναφέρεται στο πρόσωπο εκείνο που συνετέλεσε στην σύλληψη και την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, δηλαδή την Παναγία.
Η Θεοτόκος Μαρία έχει μεγάλη αξία και σπουδαία θέση στην Εκκλησία, ακριβώς γιατί ήταν το πρόσωπο εκείνο που περίμεναν όλες οι γενεές, και αυτή έδωσε στον Λόγο του Θεού την ανθρώπινη φύση. Έτσι, το πρόσωπο της Θεοτόκου συνδέεται στενά με το Πρόσωπο του Χριστού. Και η αξία της Παναγίας δεν οφείλεται μόνον στις αρετές της, αλλά κυρίως στον καρπό της κοιλίας της. Γι’ αυτό, η Θεοτοκολογία συνδέεται στενώτατα με την Χριστολογία. Όταν κάνουμε λόγο για τον Χριστό δεν μπορούμε να αγνοήσουμε αυτήν που του έδωσε σάρκα, και όταν κάνουμε λόγο για την Παναγία, αναφερόμαστε ταυτόχρονα και στον Χριστό, γιατί από Αυτόν αντλεί Χάρη και αξία. Αυτό φαίνεται καθαρά στην ακολουθία των Χαιρετισμών, στην οποία υμνείται η Θεοτόκος, αλλά πάντοτε εν συνδυασμώ με το ότι είναι μητέρα του Χριστού: «Χαίρε ότι υπάρχεις βασιλέως καθέδρα, χαίρε ότι βαστάζεις τον βαστάζοντα πάντα».
Αυτός ο σύνδεσμος Χριστολογίας και Θεοτοκολογίας φαίνεται και στην ζωή των αγίων. Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των αγίων, που είναι τα πραγματικά μέλη του Σώματος του Χριστού, είναι ότι αγαπούν την Παναγία. Είναι αδύνατον να υπάρχη άγιος ο οποίος δεν την αγαπά.
α’
Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η αρχή όλων των Δεσποτικών εορτών. Στο απολυτίκιο της εορτής ψάλλουμε: «σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις…». Το περιεχόμενο της εορτής αναφέρεται στο γεγονός κατά το οποίο ο αρχάγγελος Γαβριήλ – ο άγγελος εκείνος με τον οποίο συνδέονται όλα τα γεγονότα που έχουν σχέση με την ενανθρώπηση του Χριστού – επισκέφθηκε με εντολή του Θεού την Παναγία και την πληροφόρησε ότι έφθασε ο καιρός της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού, και ότι αυτή θα γίνη η μητέρα Του. (βλ. Λουκά α’, 26-56).
Η λέξη «ευαγγελισμός» αποτελείται από δύο επί μέρους λέξεις, ήτοι εύ και αγγελία, και δηλώνει την καλή είδηση, την καλή αγγελία. Πρόκειται για την πληροφορία που δόθηκε δια του αρχαγγέλου ότι ο Λόγος του Θεού θα ενανθρωπήση για την σωτηρία του ανθρώπου. Ουσιαστικά πρόκειται για την εκπλήρωση της υποσχέσεως του Θεού, που δόθηκε μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας (βλ. Γεν. γ’, 15), η οποία λέγεται πρωτευαγγέλιο. Γι’ αυτό, η πληροφορία της ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού είναι η μεγαλύτερη είδηση μέσα στην ιστορία.
Κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, το ευαγγέλιο του Θεού είναι πρεσβεία του Θεού και παράκληση στους ανθρώπους δια του σαρκωθέντος Υιού Του. Παράλληλα είναι και η καταλλαγή των ανθρώπων με τον Πατέρα, ο Οποίος δίνει ως μισθό την αγέννητη θέωση σε αυτούς που υπακούουν στον Χριστό. Η θέωση λέγεται αγέννητη γιατί δεν γεννάται, αλλά φανερώνεται στους αξίους. Επομένως, η θέωση που προσφέρεται δια του ενανθρωπήσαντος Χριστού δεν είναι γέννηση, αλλά φανέρωση δια της ενυποστάτου ελλάμψεως σε αυτούς που είναι άξιοι αυτής της αποκαλύψεως.
Η καλή αγγελία, το ευαγγέλιο, ο ευαγγελισμός είναι διόρθωση των γεγονότων που έγιναν στην αρχή της δημιουργίας του ανθρώπου, στον αισθητό Παράδεισο της Εδέμ. Εκεί από γυναίκα άρχισε η πτώση και τα αποτελέσματά της, εδώ από γυναίκα άρχισαν όλα τα αγαθά. Έτσι, η Παναγία είναι η νέα Εύα. Εκεί υπήρχε ο αισθητός Παράδεισος, εδώ η Εκκλησία. Εκεί ο Αδάμ, εδώ ο Χριστός. Εκεί η Εύα, εδώ η Μαρία. Εκεί ο όφις, εδώ ο Γαβριήλ. Εκεί ο ψιθυρισμός του δράκοντος-όφεως στην Εύα, εδώ ο χαιρετισμός του αγγέλου στην Μαρία (Ιωσήφ Βρυένιος). Με αυτόν τον τρόπο διορθώθηκε το σφάλμα του Αδάμ και της Εύας.
β’
Ο αρχάγγελος Γαβριήλ απεκάλεσε την Παναγία «κεχαριτωμένη«. Της είπε: «Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σού, ευλογημένη συ εν γυναιξίν» (Λουκ. α’, 28-29). Η Παναγία αποκαλείται «κεχαριτωμένη» και χαρακτηρίζεται «ευλογημένη», αφού ο Θεός είναι μαζί της.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, και άλλους αγίους Πατέρας, η Παναγία είχε ήδη χαριτωθή, και δεν χαριτώθηκε την ημέρα του Ευαγγελισμού. Παραμένοντας μέσα στα άγια των αγίων του Ναού έφθασε στα άγια των αγίων της πνευματικής ζωής, που είναι η θέωση. Εάν το προαύλιο του Ναού προοριζόταν για τους προσηλύτους και εάν ο κυρίως Ναός για τους ιερείς, τα άγια των αγίων προορίζονταν για τον αρχιερέα. Εκεί εισήλθε η Παναγία, δείγμα ότι έφθασε στην θέωση. Είναι γνωστόν ότι στην χριστιανική εποχή ο νάρθηκας προοριζόταν για τους κατηχουμένους και τους ακαθάρτους, ο κυρίως ναός για τους φωτισθέντας, τα μέλη της Εκκλησίας, και τα άγια των αγίων γι’ αυτούς που έφθασαν στην θέωση.
Έτσι, η Παναγία είχε φθάσει στην θέωση και πριν ακόμη δεχθή την επίσκεψη του αρχαγγέλου. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησε μια ειδική μέθοδο Θεογνωσίας και Θεοκοινωνίας, όπως ερμηνεύει θαυμάσια και θεόπνευστα ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Πρόκειται για την ησυχία, την ησυχαστική οδό. Κατάλαβε η Παναγία ότι δεν μπορεί κανείς να φθάση στον Θεό με την λογική, την αίσθηση, την φαντασία και την ανθρώπινη δόξα, αλλά δια του νού. Έτσι νέκρωσε όλες τις δυνάμεις της ψυχής που προέρχονται από την αίσθηση, και δια της νοεράς προσευχής ενεργοποίησε τον νού. Με αυτόν τον τρόπο έφθασε στην έλλαμψη και την θέωση. Και γι’ αυτό αξιώθηκε να γίνη Μητέρα του Χριστού, να δώση την σάρκα της στον Χριστό. Δεν είχε απλώς αρετές, αλλά την θεοποιό Χάρη του Θεού.
Η Παναγία είχε το πλήρωμα της Χάριτος του Θεού, συγκριτικά με τους ανθρώπους. Βέβαια, ο Χριστός, ως Λόγος του Θεού, έχει όλο το πλήρωμα των Χαρίτων, αλλά και η Παναγία έλαβε το πλήρωμα της Χάριτος από το πλήρωμα των Χαρίτων του Υιού της. Γι’ αυτόν τον λόγο σε σχέση με τον Χριστό είναι κατώτερη, αφού ο Χριστός είχε την Χάρη κατά φύσιν, ενώ η Παναγία κατά μετοχήν, σε σχέση όμως με τους ανθρώπους είναι ανώτερη.
Η Παναγία είχε το πλήρωμα της Χάριτος, εκ του πληρώματος των Χαρίτων του Υιού της, προ της συλλήψεως, κατά την σύλληψη και μετά την σύλληψη. Πρό της συλλήψεως το πλήρωμα της Χάριτος ήταν τέλειο, κατά την σύλληψη ήταν τελειότερο, και μετά την σύλληψη ήταν τελειότατο (άγ. Νικόδημος αγιορείτης). Με αυτόν τον τρόπο η Παναγία ήταν παρθένος κατά το σώμα και παρθένος κατά την ψυχή. Και αυτή η σωματική της παρθενία είναι ανώτερη και τελειότερη από την ψυχική παρθενία των αγίων, που επιτυγχάνεται με την ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος.
γ’
Κανείς άνθρωπος δεν γεννάται απηλλαγμένος από το προπατορικό αμάρτημα. Η πτώση του Αδάμ και της Εύας και οι συνέπειες αυτής της πτώσεως κληρονομήθηκαν σε όλο το ανθρώπινο γένος. Φυσικό ήταν και η Παναγία να μην είναι απηλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα. Ο λόγος του Αποστόλου Παύλου είναι σαφής: «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμ. γ’, 23). Στο αποστολικό αυτό χωρίο φαίνεται ότι το αμάρτημα νοείται ως στέρηση της δόξης του Θεού, και ακόμη ότι κανείς δεν είναι απηλλαγμένος από αυτό. Έτσι, λοιπόν, και η Παναγία γεννήθηκε με το προπατορικό αμάρτημα. Πότε όμως απαλλάχτηκε από αυτό; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό πρέπει να ελευθερωθή από σχολαστικές αντιλήψεις.
Κατ’ αρχάς πρέπει να πούμε ότι το προπατορικό αμάρτημα ήταν η στέρηση της δόξης του Θεού, η αλλοτρίωση από τον Θεό, η απώλεια της Θεοκοινωνίας. Αυτό όμως είχε και σωματικές συνέπειες, γιατί στο σώμα του Αδάμ και της Εύας εισήλθε η φθορά και ο θάνατος. Όταν στην Ορθόδοξη Παράδοση γίνεται λόγος για κληρονόμηση του προπατορικού αμαρτήματος, δεν εννοείται η κληρονόμηση της ενοχής της προπατορικής αμαρτίας, αλλά κυρίως οι συνέπειές της, που είναι η φθορά και ο θάνατος. Όπως όταν αρρωσταίνη η ρίζα του φυτού, αρρωσταίνουν και τα κλαδιά και τα φύλλα, το ίδιο έγινε με την πτώση του Αδάμ. Ασθένησε όλο το ανθρώπινο γένος. Η φθορά και ο θάνατος που κληρονομεί ο άνθρωπος είναι το εύκρατο κλίμα της καλλιέργειας των παθών, και με αυτόν τον τρόπο σκοτίζεται ο νούς του ανθρώπου.
Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο η πρόσληψη από τον Χριστό, με την ενανθρώπησή Του, αυτού του θνητού και παθητού σώματος, χωρίς την αμαρτία, συνετέλεσε στο να διορθωθούν οι συνέπειες του αμαρτήματος του Αδάμ. Θέωση υπήρχε και στην Παλαιά Διαθήκη, όπως και φωτισμός του νού, αλλά δεν είχε καταργηθή ο θάνατος, γι’ αυτό και οι θεόπτες Προφήτες πήγαιναν στον Άδη. Με την ενανθρώπηση του Χριστού και την Ανάστασή Του, θεώθηκε η ανθρώπινη φύση και έτσι δόθηκε η δυνατότητα σε κάθε άνθρωπο να θεωθή. Επειδή με το άγιο Βάπτισμα γινόμαστε μέλη του θεωθέντος και αναστημένου Σώματος του Χριστού, γι’ αυτό και λέμε ότι δια του αγίου Βαπτίσματος απαλλάσσεται ο άνθρωπος από το προπατορικό αμάρτημα.
Όταν προσαρμόσουμε αυτά στην περίπτωση της Παναγίας, μπορούμε να καταλάβουμε την σχέση της με το προπατορικό αμάρτημα και την ελευθέρωσή της από αυτό. Η Παναγία γεννήθηκε με το προπατορικό αμάρτημα, είχε όλες τις συνέπειες της φθοράς και του θανάτου στο σώμα της. Με την είσοδό της στα άγια των αγίων έφθασε στην θέωση. Αυτή όμως η θέωση δεν ήταν αρκετή για την απαλλαγή από τις συνέπειές του, που είναι η φθορά και ο θάνατος, ακριβώς γιατί δεν είχε ενωθή η θεία με την ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Λόγου. Έτσι, την στιγμή που με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος η θεία φύση ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση, στην γαστέρα της Παναγίας, η Παναγία πρώτη γεύεται την ελευθέρωσή της από το λεγόμενο προπατορικό αμάρτημα και τις συνέπειές του. Άλλωστε, την στιγμή εκείνη έγινε αυτό που απέτυχε να κάνη ο Αδάμ και η Εύα με τον ελεύθερο προσωπικό τους αγώνα. Γι’ αυτό, η Παναγία την στιγμή του Ευαγγελισμού έφθασε σε μεγαλύτερη κατάσταση από εκείνην στην οποία βρισκόταν ο Αδάμ και η Εύα πριν την πτώση. Αξιώθηκε να γευθή το τέλος του σκοπού της δημιουργίας, όπως θα δούμε σ’ άλλες αναλύσεις.
Γι’ αυτό, για την Παναγία δεν χρειάστηκε να γίνη Πεντηκοστή, δεν χρειάστηκε να βαπτισθή. Αυτό που βίωσαν οι Απόστολοι την ημέρα της Πεντηκοστής, που έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού δια του Αγίου Πνεύματος, και αυτό που έγινε σε όλους εμάς κατά το μυστήριο του Βαπτίσματος, έγινε για την Παναγία την ημέρα του Ευαγγελισμού. Τότε απαλλάχθηκε από το προπατορικό αμάρτημα, όχι με την έννοια ότι απαλλάχθηκε από την ενοχή, αλλά ότι απέκτησε την θέωση στην ψυχή και το σώμα, λόγω της ενώσεώς της με τον Χριστό.
Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να ερμηνευθή και ο λόγος του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, ότι την ημέρα του Ευαγγελισμού η Παναγία έλαβε το Άγιον Πνεύμα, το Οποίο την καθάρισε και της έδωσε δύναμη δεκτική της θεότητος του Λόγου, συγχρόνως δε και γεννητική. Δηλαδή, η Παναγία έλαβε από το Άγιο Πνεύμα καθαρτική χάρη, αλλά και δεκτική και γεννητική του Λόγου του Θεού, ως ανθρώπου.
δ’
Η απάντηση της Παναγίας στην πληροφορία του αρχαγγέλου ότι θα αξιωθή να γεννήση τον Χριστό ήταν εκφραστική: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου» (Λουκ. α’, 38). Φαίνεται εδώ η υπακοή της Παναγίας στον λόγο του αρχαγγέλου, αλλά και η υπακοή της στον Θεό, για ένα γεγονός που ήταν παράδοξο και παράξενο για την ανθρώπινη λογική. Έτσι υποτάσσει την λογική της στο θέλημα του Θεού.
Μερικοί ισχυρίζονται ότι κατά την στιγμή εκείνη όλοι οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και όλη η ανθρωπότητα περίμεναν με αγωνία να ακούσουν την απάντηση της Παναγίας, έχοντας φόβο μήπως αρνηθή και δεν υπακούση στο θέλημα του Θεού. Ισχυρίζονται ότι επειδή κάθε φορά που ο άνθρωπος βρίσκεται σε τέτοιο δίλημμα, ακριβώς επειδή έχει ελευθερία, μπορεί να πη το ναι ή το όχι, όπως άλλωστε έγινε στην περίπτωση του Αδάμ και της Εύας, το ίδιο μπορούσε να συμβή και στην Παναγία. Αλλά όμως η Παναγία δεν ήταν δυνατόν να αρνηθή, όχι γιατί δεν είχε ελευθερία, αλλά γιατί είχε την πραγματική ελευθερία.
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κάνει διάκριση μεταξύ φυσικού και γνωμικού θελήματος. Γνωμικό θέλημα έχει κανείς όταν διακρίνεται για την άγνοια ενός πράγματος, για την αμφιβολία και τελικά για την αδυναμία επιλογής. Πρόκειται για μια αμφιταλάντευση περί του πρακτέου. Φυσικό θέλημα έχει κανείς όταν οδηγήται κατά τρόπο φυσικό, χωρίς αμφιταλαντεύσεις, χωρίς άγνοια, στην πραγματοποίηση της αλήθειας.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι το φυσικό θέλημα συνδέεται με το «θέλειν», ενώ το γνωμικό θέλημα με το «πώς θέλειν», και μάλιστα όταν γίνεται με αμφιβολίες και αμφιταλαντεύσεις. Επόμενο είναι ότι το φυσικό θέλημα συνιστά την τελειότητα της φύσεως, ενώ το γνωμικό θέλημα συνιστά την ατέλεια της φύσεως, αφού προϋποθέτει άνθρωπο που δεν έχει γνώση της αλήθειας, δεν είναι βέβαιος γι’ αυτό που πρέπει να αποφασίση.
Ο Χριστός καίτοι είχε δύο θελήματα, λόγω των δύο φύσεων, ανθρωπίνης και θείας, εν τούτοις είχε φυσικό θέλημα, από την άποψη που μελετάμε εδώ καί, βέβαια, δεν είχε γνωμικό θέλημα. Ως Θεός ήξερε πάντοτε το θέλημα του Θεού Πατρός και δεν υπήρχε ποτέ αμφιβολία μέσα Του ούτε αμφιταλάντευση. Αυτό κατά χάριν βιώνεται και από τους αγίους, ιδιαιτέρως από την Παναγία. Επειδή η Παναγία είχε φθάσει στην θέωση, γι’ αυτό ήταν αδύνατο να αρνηθή το θέλημα του Θεού και να μη συγκατατεθή για την ενανθρώπηση. Είχε την τέλεια ελευθερία, και γι’ αυτό η ελευθερία της ενεργούσε πάντοτε κατά φύσιν και όχι παρά φύσιν. Εμείς επειδή δεν έχουμε φθάσει στην θέωση έχουμε ατελή ελευθερία, το λεγόμενο γνωμικό θέλημα, γι’ αυτό και αμφιταλαντευόμαστε για το πρακτέο. Η ερώτησή της «πώς εσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω» (Λουκ. α’, 34), δείχνει ταπείνωση, αδυναμία της ανθρωπίνης φύσεως, αλλά και το παράδοξο του πράγματος, επειδή υπήρχαν θαυματουργικές συλλήψεις στην Παλαιά Διαθήκη, όχι όμως ασπόρως.
ε’
Κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού έχουμε άμεση σύλληψη του Χριστού με την δύναμη και ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος. Σ’ ένα θεοτοκίο ψάλλουμε: «Του Γαβριήλ φθεγξαμένου σοι παρθένε το χαίρε σύν τη φωνή εσαρκούτο ο των όλων Δεσπότης«. Αυτό σημαίνει ότι δεν παρενεβλήθησαν μερικές ώρες και ημέρες για να γίνη η σύλληψη, αλλά έγινε ακριβώς εκείνη την στιγμή.
Ο αρχάγγελος Γαβριήλ είπε στον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. «Μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου, το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου» (Ματθ. α’, 20). Η Παναγία γέννησε κατά άνθρωπο τον Χριστό, αλλά η σύλληψη έγινε εκ Πνεύματος Αγίου.
Ο Μ. Βασίλειος, ερμηνεύοντας αυτήν την φράση, και κυρίως το «γεννηθέν εκ Πνεύματος αγίου», λέγει ότι κάθε πράγμα που προέρχεται από κάτι άλλο, δηλώνεται με τρεις λέξεις. Η μία είναι το «δημιουργικώς», όπως ολόκληρη η κτίση δημιουργήθηκε από τον Θεό με την ενέργειά Του. Η άλλη είναι το «γεννητώς», όπως ο Υιός γεννήθηκε προ πάντων των αιώνων από τον Πατέρα. Η τρίτη είναι το «φυσικώς», όπως η ενέργεια βγαίνει από κάθε φύση, ήτοι η λαμπρότητα από τον ήλιο, και γενικότερα η ενέργεια από τον ενεργούντα. Για την σύλληψη του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι η αληθινή έκφραση είναι ότι ο Χριστός συνελήφθη με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος «δημιουργικώς», και όχι γεννητώς και φυσικώς.
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διδάσκει ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού συνέπηξε για τον Εαυτό του, με τα αγνά και καθαρώτατα αίματα της Θεοτόκου, σάρκα που είναι εμψυχωμένη από λογική και νοερά ψυχή, όχι σπερματικώς, αλλά δημιουργικώς δια του Αγίου Πνεύματος.
Βέβαια, όταν κάνουμε λόγο για σύλληψη του Χριστού στην γαστέρα της Θεοτόκου με την δύναμη και δημιουργική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν πρέπει να απομονώνουμε το Άγιον Πνεύμα από την Αγία Τριάδα. Είναι γνωστόν από την πατερική διδασκαλία ότι κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Η δημιουργία του κόσμου και η αναδημιουργία του ανθρώπου και του κόσμου έγινε και γίνεται με την κοινή ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Επομένως, όχι μόνον το Άγιον Πνεύμα εδημιούργησε το δεσποτικό σώμα του Χριστού, αλλά και αυτός ο ίδιος ο Πατήρ και ο Υιός, δηλαδή ολόκληρη η Αγία Τριάδα. Η διατύπωση αυτής της αλήθειας είναι ότι ο Πατήρ ευδόκησε την σάρκωση του Υιού Του, ο Υιός και Λόγος του Θεού αυτούργησε την σάρκωσή Του και το Άγιον Πνεύμα την ετελεσιούργησε.
Η σύλληψη του Χριστού στην κοιλία της Θεοτόκου έγινε με ησυχία και κρυφιότητα και όχι με κρότο και ταραχή. Κανείς, ούτε από τους αγγέλους ούτε από τους ανθρώπους, μπόρεσε να καταλάβη εκείνη την στιγμή αυτά τα μεγάλα που επετελέσθησαν. Ο Προφητάναξ Δαυίδ προφήτευσε αυτό το γεγονός λέγοντας: «Καταβήσεται ως υετός επί πόκον, ωσεί σταγών η στάζουσα επί την γήν» (Ψαλμ. οα’, 6). Όπως η βροχή που πέφτει επάνω σ’ ένα ποκάρι από μαλλί δεν προκαλεί θόρυβο, ούτε και καμμιά φθορά, το ίδιο έγινε και κατά τον ευαγγελισμό και την σύλληψη. Ο Χριστός με την σύλληψή Του δεν προκάλεσε θόρυβο ούτε και καμμιά φθορά στην παρθενία της Παναγίας. Γι’ αυτό και η Παναγία ήταν και έμεινε Παρθένος προ του τόκου, κατά τον τόκο και μετά τον τόκο. Είναι τα τρία αστέρια τα οποία ο αγιογράφος σχηματίζει πάντοτε στο μέτωπο και στους δύο ώμους της Παναγίας.
στ’
Η ένωση της θείας με την ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Λόγου, μέσα στην κοιλία της Θεοτόκου, συνιστά την άμεση θέωση της ανθρωπίνης φύσεως. Δηλαδή, από την πρώτη στιγμή που ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση υπάρχει θέωση της ανθρωπίνης φύσεως. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού: «άμα σάρξ, άμα Θεού Λόγου σάρξ». Αυτό σημαίνει ότι δεν παρενεβλήθη ένα διάστημα μετά από την σύλληψη για να θεωθή το ανθρώπινο πρόσλημμα, αλλά αυτό έγινε αμέσως κατά την ώρα της συλλήψεως.
Συνέπεια και συνέχεια αυτού του γεγονότος είναι ότι η Παναγία πρέπει να λέγεται Θεοτόκος, αφού αυτή γέννησε πραγματικά τον Θεό, τον Οποίο κυοφόρησε εννέα μήνες στην κοιλία της, και όχι έναν άνθρωπο που είχε την Χάρη του Θεού. Γι’ αυτό η Παναγία λέγεται Θεοτόκος και όχι Χριστοτόκος. Το χριστολογικό δόγμα έχει συνέπεια και στο θεοτοκολογικό. Η Παναγία είναι Θεοτόκος, ακριβώς γιατί συνέλαβε εν Αγίω Πνεύματι τον Χριστό.
Αυτό πρέπει να τονισθή, γιατί παλαιά έγινε μεγάλη θεολογική συζήτηση για το αν η Παναγία πρέπει να λέγεται Θεοτόκος, λόγω υπάρξεως αιρετικών διδασκαλιών, η δε τελική κατοχύρωση της διδασκαλίας ότι η Παναγία εγέννησε Θεό, και ότι αμέσως με την πρόσληψη της ανθρωπίνης φύσεως υπάρχει θέωσή της, έγινε στην Γ’ Οικουμενική Σύνοδο. Ο αιρετικός Νεστόριος, χρησιμοποιώντας φιλοσοφικούς όρους και ανθρώπινο στοχασμό, υποστήριζε ότι η Παναγία ήταν άνθρωπος και γι’ αυτόν τον λόγο ήταν αδύνατο να γεννήση τον Θεό. Το βρέφος που υπήρχε μέσα της δεν ήταν Θεός, αλλά άνθρωπος. Απλώς ο Θεός «παρήλθεν» ή «συμπαρήλθεν» δια της Θεοτόκου. Βέβαια, υπήρχε πρόβλημα στην θεολογία του για τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύσεων στον Χριστό. Ο Νεστόριος πίστευε ότι η σάρκα του Χριστού ήταν απλώς συνημμένη με την φύση της θεότητος. Ο Λόγος ήταν Θεός, αλλά ήταν συνημμένος με τον άνθρωπο και κατοικούσε μέσα του. Με τέτοιες προϋποθέσεις ονόμαζε την Παναγία Χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο.
Όμως, ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, και η κάθε φύση ενεργούσε «μετά της θατέρου κοινωνίας» στην υπόσταση του Λόγου. Το θέμα αυτό θα το δούμε όταν θα κάνουμε λόγο για την γέννηση του Χριστού. Εδώ όμως πρέπει να υπογραμμισθή ότι η ανθρώπινη φύση θεώθηκε αμέσως με την ένωσή της με την θεία φύση στην υπόσταση του Λόγου, μέσα στην κοιλία της Θεοτόκου. Γι’ αυτό η Παναγία είναι και λέγεται Θεοτόκος, αφού γέννησε κατά άνθρωπον τον Θεό.
ζ’
Η άμεση θέωση της ανθρωπίνης φύσεως από την θεία φύση του Λόγου δεν σημαίνει ότι καταργούνται τα ιδιώματα της ανθρωπίνης φύσεως. Αυτό δείχνει ότι η σύλληψη και κυοφορία, αλλά και η γέννηση του Χριστού έγινε κατά φύσιν και υπέρ φύσιν. Υπέρ φύσιν, γιατί έγινε δημιουργικώς από το Πανάγιο Πνεύμα και όχι σπερματικώς. Κατά φύσιν, γιατί η κυοφορία έγινε κατά τον τρόπο που κυοφορείται το βρέφος.
Υπάρχει όμως ένα σημείο που πρέπει να υπογραμμισθή. Σε κάθε βρέφος υπάρχουν μερικά στάδια, έως ότου έλθη η ώρα να γεννηθή. Κατ’ αρχάς γίνεται η σύλληψη, στην συνέχεια μετά από ένα χρονικό διάστημα ο εξεικονισμός των μελών του σώματός του, έπειτα αναπτύσσεται ολίγον κατ’ ολίγον, και κατά τον βαθμό της αναπτύξεώς του ακολουθεί η κίνηση, και τέλος, όταν ολοκληρωθή, εξέρχεται από την κοιλία της μητέρας του.
Ενώ στο θείο βρέφος έχουμε ολίγον κατ’ ολίγον αύξηση, εν τούτοις δεν παρενεβλήθη διάστημα μεταξύ συλλήψεως και εξεικονισμού των μελών. Ο Μ. Βασίλειος λέγει ρητώς: «ευθύς γαρ τέλειον ήν τη σαρκί το κυοφορούμενον, ου ταις κατά μικρόν διαπλάσεσι μορφωθέν». Αυτό πρέπει να το δούμε από την άποψη ότι εξεικονίσθησαν τα μέλη του σώματός Του αμέσως, δημιουργήθηκε τέλειος άνθρωπος, αλλά όμως δεν βρέθηκε αμέσως στην διάπλαση των εννέα μηνών. Αναπτυσσόταν ολίγον κατ’ ολίγον, ενώ είχε απαρτισθή το σώμα Του από την αρχή.
η’
Η σύλληψη του Χριστού στην κοιλία της Θεοτόκου έγινε από το Πανάγιο Πνεύμα δημιουργικώς και όχι σπερματικώς, γιατί έπρεπε να αναλάβη ο Χριστός την καθαρά φύση που είχε ο Αδάμ προ της παραβάσεως. Βέβαια, ο Χριστός προσέλαβε σάρκα παθητή και θνητή, όπως αυτή έγινε μετά την παράβαση του Αδάμ, για να νικήση την φθορά και τον θάνατο, αλλ’ όμως ήταν άκρως καθαρά και αμίαντος, όπως ήταν προ της παραβάσεως. Έτσι, η σάρκα του Χριστού από απόψεως καθαρότητος ήταν όπως το προ της παραβάσεως σώμα του Αδάμ, από απόψεως δε θνητότητος και φθαρτότητος ήταν το μετά την παράβαση σώμα του Αδάμ.
Επομένως, η σύλληψη έγινε δια του Αγίου Πνεύματος, γιατί ο τρόπος με τον οποίο γεννάται σήμερα ο άνθρωπος (διά του σπέρματος) είναι μετά την παράβαση. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η κίνηση της σαρκός προς γέννηση δεν είναι απηλλαγμένη τελείως της αμαρτίας, γιατί, ενώ ο νούς έχει ταχθή από τον Θεό να ηγεμονεύη τον άνθρωπο, συμπεριφέρεται «ανυποτάκτως» κατά την διάρκεια της κινήσεως της σαρκός. Έτσι, η καθαρά φύση του Χριστού έχει σχέση με την δημιουργική και όχι σπερματική σύλληψη.
Ακριβώς αυτό το γεγονός συνδέεται στενώτατα με το ότι η σύλληψη, κυοφορία και γέννηση του Χριστού από την Παναγία ήταν ανήδονος, άκοπος και ανώδινος. Ο Χριστός, λοιπόν, συνελήφθη, κυοφορήθηκε ως βρέφος και γεννήθηκε ανηδόνως, ακόπως, ανωδίνως. Συνελήφθη ασπόρως για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, για να αναλάβη την καθαρά ανθρώπινη φύση, και δεύτερον, για να γεννηθή αφθόρως και ανωδίνως.
Η Παναγία όπως συνέλαβε τον Χριστό ανηδόνως, χωρίς ηδονή, το ίδιο και τον κράτησε εννέα μήνες στην κοιλία της ακόπως και αβάρως. Δεν αισθανόταν βάρος, παρά το ότι το θείο βρέφος αναπτυσσόταν φυσιολογικά και είχε το βάρος ενός αναπτυσσομένου εμβρύου. Εφαρμόσθηκε έτσι η προφητεία του Προφήτου Ησαΐου: «Ιδού Κύριος κάθηται επί νεφέλης κούφης» (Ησ. ιθ’, 1). Με τον όρο «νεφέλη κούφη» εννοείται η ανθρώπινη σάρκα, που ήταν τόσο πολύ ελαφρά, ώστε δεν προξένησε κανένα βάρος και κόπο στην Παναγία, κατά το διάστημα της εννεαμήνου κυοφορίας.
Η άσπορη και ανήδονη σύλληψη της Παναγίας και η άκοπη κυοφορία συνδέεται στενά με την άφθορη και ανώδινη γέννηση του Χριστού. Κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης υπάρχει στενή σχέση μεταξύ ηδονής και οδύνης, αφού κάθε ηδονή έχει συνημμένο και τον πόνο. Ο Αδάμ αισθάνθηκε ηδονή και ακολούθησε ο πόνος σε όλο το ανθρώπινο γένος. Έτσι και τώρα δια της ελευθερώσεως από την ηδονή προέρχεται χαρά στο ανθρώπινο γένος. Η γέννηση του Χριστού δεν έφθειρε την παρθενία της Θεοτόκου, όπως ακριβώς η σύλληψη δεν έγινε με ηδονή, και η κυοφορία με βάρος και κόπο. Εκεί που ενεργεί το Πανάγιο Πνεύμα «νικάται φύσεως τάξις».
θ’
Η διάρκεια της κυοφορίας της Παναγίας είναι προτύπωση της αδιαλείπτου κοινωνίας που θα έχουν οι άγιοι στην Βασιλεία του Θεού.
Είναι γνωστό και δεδομένο ότι η μητέρα που έχει κυοφορούμενο βρέφος έχει στενή και οργανική σχέση μαζί του. Σύγχρονοι επιστήμονες έχουν αποδείξει ότι το βρέφος επηρεάζεται πάρα πολύ όχι μόνο από την σωματική κατάσταση της μητέρας του, αλλά και από την ψυχολογική της συγκρότηση. Και επειδή το θείο βρέφος συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου, αλλά μεγάλωσε κατά τον φυσικό τρόπο, δηλαδή είχε κοινωνία με το σώμα της Παναγίας, γι’ αυτό και υπάρχει στενή σχέση μεταξύ του Χριστού και της Θεοτόκου. Φυσικά, αυτό πρέπει να το δούμε από την άποψη ότι η Παναγία δίνει το αίμα της στον Χριστό, αλλά και ο Χριστός την Χάρη και ευλογία Του σε αυτήν. Κυοφορούμενος ο Χριστός δεν έπαυσε να βρίσκεται ταυτόχρονα στον θρόνο του Θεού ενωμένος με τον Πατέρα Του και το Άγιον Πνεύμα.
Η ανθρώπινη φύση ενώθηκε με την θεία φύση ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως, αμέσως από την στιγμή της συλλήψεως. Αυτό σημαίνει ότι πρώτη η Παναγία γεύθηκε τα αγαθά της θείας ενανθρωπήσεως, την θέωση. Αυτό που οι Μαθηταί του Χριστού γεύθηκαν κατά την Πεντηκοστή, και εμείς μετά το Βάπτισμα, κατά την διάρκεια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, όταν κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, και αυτό που θα ζουν οι άγιοι στην Βασιλεία των Ουρανών, το ζούσε η Παναγία από την πρώτη στιγμή της συλλήψεως και κυοφορίας.
Επομένως, ο Χριστός εννέα ολόκληρους μήνες, μέρα και νύχτα, έτρεφε με το αγιασμένο αίμα Του την Παναγία. Αυτό είναι προτύπωση της αδιαλείπτου θείας Κοινωνίας και της αδιαλείπτου σχέσεως και κοινωνίας των αγίων με τον Χριστό που θα γίνη κυρίως στην άλλη ζωή. Γι’ αυτό και η Παναγία είναι προτύπωση του μέλλοντος αιώνος. Από αυτό το πρίσμα είναι Παράδεισος.
ι’
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, μιλώντας για τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, προχωρεί και σε μια προσωπική και υπαρξιακή προσέγγιση του γεγονότος αυτού. Γιατί, δεν αρκεί μόνο να εορτάζουμε εξωτερικά τα γεγονότα της θείας ενανθρωπήσεως, αλλά να τα πλησιάζουμε υπαρξιακά και πνευματικά. Γι’ αυτόν τον λόγο συνέλεξε πολλά χωρία αγίων στα οποία γίνεται λόγος γι’ αυτήν την υπαρξιακή προσέγγιση.
Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του Προφήτου Ησαΐου: «Δια τον φόβον σου, Κύριε, εν γαστρί ελάβομεν και ωδινήσαμεν και ετέκομεν, πνεύμα σωτηρίας σου εποιήσαμεν επί της γής» (Ησ. κστ’, 18). Κατά την ερμηνεία των αγίων Πατέρων σπόρος είναι ο λόγος του Θεού και μήτρα είναι ο νούς και η καρδία του ανθρώπου. Δια της πίστεως ο λόγος του Θεού σπείρεται στην καρδιά του ανθρώπου και την καθιστά έγκυο από τον φόβο του Θεού. Πρόκειται για τον φόβο να μη μείνη ο άνθρωπος μακρυά από τον Θεό. Δια του φόβου αυτού αρχίζει ο αγώνας για την κάθαρση της καρδιάς και την απόκτηση των αρετών, που ομοιάζει με πόνο, ωδίνες τοκετού. Με αυτόν τον τρόπο γεννιέται το πνεύμα της σωτηρίας, που είναι η θέωση και ο αγιασμός.
Η μόρφωση του Χριστού μέσα μας γίνεται με πνευματικές ωδίνες. Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «τεκνία μου, ούς πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν» (Γαλ. δ’, 19). Ωδίνες είναι ο ασκητικός αγώνας, και μόρφωση είναι η θέωση και ο αγιασμός.
Κατά τους αγίους Πατέρας (άγιο Γρηγόριο Νύσσης, άγιο Μάξιμο Ομολογητή, άγιο Συμεών τον νέο Θεολόγο, όσιο Νικήτα τον Στηθάτο κλπ.), αυτό που συνέβη σωματικά στην Παναγία, αυτό γίνεται πνευματικά σε κάθε έναν του οποίου η ψυχή παρθενεύει, δηλαδή καθαρίζεται από τα πάθη. Ο Χριστός, που μια φορά γεννήθηκε κατά σάρκα, θέλει να γεννάται πάντα κατά πνεύμα, από αυτούς που θέλουν, και έτσι γίνεται βρέφος, διαπλάττοντας τον εαυτό του μέσα σ’ εκείνους δια των αρετών.
Η πνευματική σύλληψη και γέννηση γίνεται αντιληπτή από το ότι σταματά η ρύση του αίματος, δηλαδή παύουν να υπάρχουν επιθυμίες για την διάπραξη της αμαρτίας, δεν ενεργούν τα πάθη στον άνθρωπο, μισεί ο άνθρωπος την αμαρτία και θέλει διαρκώς να πράττη το θέλημα του Θεού. Αυτή δε η σύλληψη και γέννηση αποκτάται με την εφαρμογή των θείων εντολών, κυρίως με την επιστροφή του νοός στην καρδιά και με την αδιάλειπτη μονολόγιστη προσευχή. Τότε ο άνθρωπος γίνεται ναός του Παναγίου Πνεύματος.
Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι ευαγγελισμός του ανθρωπίνου γένους, πληροφορία ότι ενηνθρώπησε ο Υιός και Λόγος του Θεού. Αυτή η παγκόσμια εορτή πρέπει να συντελέση στην προσωπική εορτή, στον προσωπικό ευαγγελισμό. Πρέπει να δεχθούμε τα προοίμια της σωτηρίας μας, που είναι η μεγαλύτερη είδηση στην ζωή μας.
Σεπτέμβριος 1994
(Από το βιβλίο «Οι Δεσποτικές Εορτές», Ι. Μ. ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, 1995)Δείτε περισσότερα

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

Η Οσία Ματρώνα η Ρωσσίδα η Αόμματος και Θαυματουργή τιμάται στις 2 Μαΐου


Η Αγία Ματρώνα γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1881 σε ένα μικρό χωριό της αχανούς ρωσικής γης, το Σέμπι...νο. Οι γονείς της Δημήτριος και Ναταλία ήταν χωρικοί,
άνθρωποι ευλαβείς, βιοπαλαιστές και φτωχοί. Είχαν τέσσερα παιδιά από τα οποία η Αγία ήταν η μικρότερη. Εξ αιτίας της φτώχειας τους οι γονείς της, κυρίως η μητέρα
της, δεν ήθελε σε καμιά περίπτωση να προβεί σε βρεφοκτονία. Σχεδίαζε λοιπόν να αφήσει το μικρότερο παιδί της σε ορφανοτροφείο όταν θα γεννιόταν. Με
θαυματουργική όμως επέμβαση του Θεού, μέσα από ένα προφητικό όνειρο, την κράτησε και την ανέθρεψε.
Στο Άγιο Βάπτισμα το κοριτσάκι, το οποίο γεννήθηκε αόμματο, ονομάσθηκε Ματρώνα προς τιμήν της Οσίας Ματρώνας της εν Κωνσταντινουπόλει (εορτάζει στις 9
Νοεμβρίου).

Από πολύ νωρίς φάνηκε η θεία της εκλογή. Διηγούνται και για ένα εξωτερικό, σωματικό σημάδι αυτής της εκλογής της από τον Κύριο. Επάνω στο στήθος της είχε
ένα σταυροειδές γρομπαλάκι ή μάλλον τον αχειροποίητο επιστήθιο σταυρό της. Θαυμαστά γεγονότα συνέβαιναν από την βρεφική της ηλικία. Αφηγούνταν η μητέρα
της σε μια φίλη της πως τις Τετάρτες και τις Παρασκευές η Αγία δεν θήλαζε. Κοιμόταν εκείνες τις ημέρες και κανείς δεν μπορούσε να την ξυπνήσει ώστε να θηλάσει.
Η Αγία ήταν εντελώς αόμματη, δηλαδή οι κόγχες ήταν κενές και εντελώς κλειστές από τα ματόφυλλά της. Προικίσθηκε όμως από τον Θεό με όραση πνευματική. Απήντησε
η ίδια σε κάποια πνευματική της κόρη, η οποία την συμπόνεσε αφού δεν μπορεί να δει την ομορφιά του κόσμου: «Ο Θεός μια φορά μου άνοιξε τα μάτια και μου έδειξε
τον κόσμο και όλα τα δημιουργήματά Του. Είδα τον ήλιο, τα άστρα στον ουρανό και όλα όσα βρίσκονται στη γη, την ομορφιά την επίγεια, τα βουνά, τους ποταμούς, το
πράσινο χορτάρι, τα λουλούδια και τα πουλάκια...».

Από πολύ μικρή αγωνιζόταν στην προσευχή. Συνήθιζε τις νύχτες να κατεβάζει τις εικόνες από το εικονοστάσι στο τραπέζι και να κάνει προσευχή και χαιρόταν μ’ αυτές.
Τα παιδιά πολλές φορές την πείραζαν και την ενέπαιζαν. Την έβαζαν σε ένα λάκκο και περιεργάζονταν πως ψηλαφώντας έβγαινε απ’ αυτόν και επέστρεφε στο σπίτι. Εξ
αιτίας όλων αυτών από νωρίς έπαυσε να παίζει με τα άλλα παιδιά και να μένει στο σπίτι.

Νωρίς φάνηκε και το διορατικό προορατικό και θεραπευτικό της χάρισμα. Γνώριζε αμαρτίες, σκέψεις και πράξεις των ανθρώπων. Ένοιωθε κινδύνους, προγνώριζε
συμφορές, προέβλεπε θεομηνίες. Με τις ευχές της θεραπευόταν πλήθος αρρώστων, οι οποίοι κατέκλυαν το σπίτι της προερχόμενοι όχι μόνο από το χωριό της αλλά και
απ’ όλη την γύρω περιοχή, στην οποία είχε αρχίσει σιγά-σιγά να γίνεται γνωστή, αυτό το μικρό κοριτσάκι. Ήταν πια βοήθεια για το σπίτι της και όχι βάρος, αφού
εκείνοι οι οποίοι έρχονταν για να τους βοηθήσει της πήγαιναν και πολλά αγαθά θέλοντας με τον τρόπο αυτό να την ευχαριστήσουν για την προσευχή της.

Αναφέρεται ανάμεσα στα άλλα και το έξης θαύμα: Τέσσερα χιλιόμετρα μακριά από το χωριό της ζούσε ένας άνδρας παράλυτος στα πόδια. Η Αγία είπε: «Το πρωί ας
ξεκινήσει για μένα έρποντας. Μέχρι τις τρεις θα ‘ρθει». Διήνυοε έρποντας εκείνα τα τέσσερα χιλιόμετρα και γύρισε πίσω θεραπευμένος με τα ίδια του τα πόδια.

Οι γονείς της είχαν βαθειά ευλάβεια και πραγματικά η Αγία μεγάλωσε μέσα στην εκκλησία. Σε κάθε λατρευτική ευκαιρία βρισκόταν στο Ναό για τις ακολουθίες είτε με
τους γονείς της είτε μόνη της, όταν μεγάλωσε. Μέσα στην εκκλησία είχε και μόνιμη θέση αριστερά της εισόδου στο δυτικό τοίχο. Εκεί στεκόταν όρθια και
παρακολουθούσε τις ακολουθίες.
Στην εφηβική ηλικία της δόθηκε η ευκαιρία να πάει σε προσκυνήματα. Μια κοπέλα, κόρη ενός πλουσίου ευγενούς της περιοχής την έπαιρνε μαζί της σ’ αυτά τα ιδιαίτερα
ταξίδια στις Λαύρες του Κιέβου και του Αγίου Σεργίου, στην Πετρούπολη κ.α. Λέγεται ακόμη ότι σε μια επίσκεψή της στην Κροστάνδη, στον ναό όπου λειτουργούσε ο Άγιος
Ιωάννης, εκείνος μετά από μια Θεία Λειτουργία παρεκάλεσε τον κόσμο να παραμερίσει για να περάσει η δεκατετράχρονη τότε Ματρώνα. Εις επήκοον όλων
μάλιστα είπε: «Έλα, Ματρώνουσκα, έλα σ’ εμένα. Ιδού έρχεται η αντικαταστάτριά μου, ο όγδοος στύλος της Ρωσίας!», προμηνύοντας μ’ αυτόν τον λόγο του την
αποστολή της Αγίας Ματρώνας για την Εκκλησία και το Ρωσικό λαό στα χρόνια των μελλοντικών διωγμών.
Δυο χρόνια μετά η Αγία καθηλώθηκε εξ αιτίας μιας παράλυσης στα πόδια. Παρέμεινε καθιστή ως το τέλος της ζωής της. Ποτέ στα πενήντα χρόνια που έζησε παράλυτη
δεν παραπονέθηκε και δεν γόγγυσε για την ασθένειά της, παρά βάστασε ταπεινά τον βαρύ σταυρό της.


Προείδε σε μικρή ακόμη ηλικία την επανάσταση που επρόκειτο να γίνει καθώς επίσης και τη δολοφονία του Τσάρου και της οικογένειάς του. Προέβλεψε επίσης και τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο και τη νίκη της Ρωσίας επί των Γερμανικών στρατευμάτων.

Με ενέργειές της δε αγιογραφήθηκε και η εικόνα της Θεοτόκου «Των απολωλότων η αναζήτησις», την οποία είδε κατ’ επανάληψη σε όνειρο. Αυτή η εικόνα, η οποία
τοποθετήθηκε στην εκκλησία του χωριού της, έγινε το πρώτο τοπικό προσκύνημα, δοξασμένο με πολλά θαύματα. Στις ανομβρίες λιτάνευαν την εικόνα και πραγματικά
οι άνθρωποι δεν προλάβαιναν να φθάσουν μέχρι τα σπίτια τους και άρχιζε η βροχή.
Δυστυχώς όμως κάποια στιγμή ήλθε η κομμουνιστική επανάσταση και το περιβάλλον στο χωριό της έγινε αρκετά δυσάρεστο για εκείνην. Μάλιστα οι αδελφοί της έγιναν
μέλη του κομμουνιστικού κόμματος. Ο ένας από αυτούς έγινε και το ηγετικό στέλεχος χου χωριού, γεγονός που έκανε την παρουσία της αφόρητη για εκείνους. Φοβούνταν
ακόμη και τη σύλληψη. Μετακόμισε λοιπόν στην Μόσχα χο 1925, εκεί όπου έζησε σχεδόν όλα τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της, βοηθώντας πλήθη δυστυχισμένων,
καταπονουμένων, ξεκομμένων από την ορθόδοξη πίστη, με ψυχικές ασθένειες και διεφθαρμένη τη συνείδηση. Πολλούς έσωσε με την προσευχή της και καθοδήγησε
στη σωτηρία.
Στη Μόσχα δεν απέκτησε ποτέ σταθερή κατοικία και γι’ αυτό περιπλανιόταν από σπίτι σε σπίτι σε γνωστούς και συγγενείς, σε σπιτάκια, διαμερίσματα και υπόγεια. Έγινε
έτσι μια άστεγη οδοιπόρος. Κάποια πνευματική της κόρη την βρήκε μια φορά σε ένα σπιτάκι από κόντρα πλακέ που της είχε δώσει κάποιος προσωρινά. Αν και ακόμη
φθινόπωρο μόλις και μετά βίας κατόρθωσε να ξεκολλήσει τα μαλλιά της από τον τοίχο όπου είχαν κολλήσει από την παγωνιά. Κάποιες κατοικίες τις εγκατέλιπε βιαστικά
προβλέποντας τον ερχομό της αστυνομίας και των θλίψεων. Την εποχή εκείνη για να εγκατασταθείς οπουδήποτε χρειαζόταν άδεια διαμονής από την αστυνομία. Οι μη
έχοντες τέτοια άδεια συλλαμβάνονταν και πολλές φορές επιχειρήθηκε από την αστυνομία η σύλληψή της αλλά κάτι τέτοιο στάθηκε αδύνατο. Έτσι λοιπόν έσωζε και
τον εαυτό της αλλά και εκείνους οι οποίοι την φιλοξενούσαν.

Διηγείται μια πνευματική της κόρη ότι κάποτε που ήλθε ένας αστυνομικός να την συλλάβει εκείνη τον προειδοποίησε για την σύζυγο του, η οποία καιγόταν στο σπίτι
από μια γκαζιέρα που είχε πιάσει φωτιά. Εκείνος έφυγε τρέχοντας και έτσι έσωσε την γυναίκα του προλαβαίνοντας να την πάει στο νοσοκομείο.
Όλη της η ζωή πέρασε με το να υποδέχεται το πρωί τον κόσμο και το βράδυ με την προσευχή, από τους συχνούς σταυρούς δημιουργήθηκε στο μέτωπο της ένα λακκάκι
το ίχνος των δακτύλων της. Τον σταυρό της τον έκανε αργά-αργά, με θέρμη, τα δακτυλάκια της ψάχνανε το λακκάκι. Ποτέ δεν πλάγιασε για ύπνο, σαν τους παλαιούς
ασκητές, αλλά μισοκοιμόταν ακουμπώντας στο πλευρό με προσκεφάλι τη γροθιά της. Λέγεται ότι εκείνους οι οποίοι την επισκέπτονταν με πονηρό σκοπό τους έδιωχνε.
Επίσης κάποιοι την θεωρούσαν κάτι σαν «λαϊκή κομπογιανίτισσα», η οποία ξεματιάζει. Βέβαια όλοι αυτοί, όταν την γνώριζαν άλλαζε η ζωή τους, καταλάβαιναν
ότι είναι άνθρωπος του Θεού και έπαιρναν στροφή προς την Εκκλησία και την μυστηριακή ζωή. Απαιτούσε από εκείνους που την πλησίαζαν για διαφόρους λόγους
πίστη στο Θεό και διόρθωση της αμαρτωλής τους ζωής. Συμβούλευε όλους να εκκλησιάζονται απαραιτήτως κάθε Κυριακή, να εξομολογούνται και να κοινωνούν
των Αχράντων Μυστηρίων. Σ’ όλους δε έλεγε να φορούν πάντοτε επιστήθιο σταυρό.
Όπου και αν πήγαινε, σ’ οποίο σπίτι και αν φιλοξενούνταν έφερνε την ειρήνη και την ηρεμία στις ψυχές. Εκεί πλέον επικρατούσε ένα κλίμα αγιότητος, χαράς, η θέρμη της
Θείας Χάριτος.
Η εξωτερική της εμφάνιση ήταν η εξής: είχε κοντά πόδια, χέρια μικροκαμωμένα σαν μικρού παιδιού. Καθόταν συνήθως με τα πόδια της χιαστί επάνω στο κρεβάτι και τα
μαλλιά της χνουδωτά, ίσια χωρισμένα στη μέση. Τα μάτια κολλητά κλεισμένα. Το πρόσωπο φωτεινό. Η φωνή γλυκιά. Άλλοτε χαριτολογούσε με τους ανθρώπους και
άλλοτε τους έλεγχε με δριμύτητα και τους νουθετούσε. Δεν ήταν αυστηρή για τις ανθρώπινες αδυναμίες, αλλά επιεικής, συμπονετική, θερμή, ευσπλαγχνική, πάντα
χαρούμενη. Δεν έκανε κηρύγματα και διδασκαλίες. Έδινε στον άνθρωπο μια συγκεκριμένη συμβουλή τι πρέπει να κάνει στη μία ή στην άλλη περίπτωση, έκανε
προσευχή και έδινε την ευχή της. Ήταν γενικά ολιγόλογη και απαντούσε στους επισκέπτες λακωνικά, με λίγα λόγια.

Δίδασκε να μην κατακρίνει κανείς τον πλησίον του, να εμπιστεύεται στο θέλημα του Θεού. Να ζει με προσευχή, να υπομένει τις θλίψεις. Να κάνει συχνά το σταυρό του,
θωρακίζοντας τον εαυτό του με τον Τίμιο Σταυρό. Συνιστούσε συχνή Μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων, και αγάπη προς όλους, ιδιαιτέρως τους ηλικιωμένους και τους
ασθενείς. Έλεγε: «άμα άνθρωποι γέροι, άρρωστοι ή εκείνοι που έχασαν τα μυαλά τους σας λένε κάτι δυσάρεστο ή προσβλητικό, μην τους ακούτε, αλλά απλώς να τους
βοηθάτε. Με όλη την επιμέλεια πρέπει να βοηθά κανείς τους αρρώστους και να τους συγχωράει ότι και να του πουν, ότι και να κάνουν».

Συνιστούσε επίσης να μη δίνει κανείς προσοχή στα όνειρα, διότι μπορεί ο διάβολος να τα χρησιμοποιήσει για να στενοχωρήσει ή να μπερδέψει με λογισμούς. Προέτρεπε
τις γυναίκες να μην χρησιμοποιούν διάφορα φτιασίδια διότι αυτά διαστρέφουν την φυσική ομορφιά που έχει δώσει ο Θεός στον καθένα. Έλεγε ότι οπωσδήποτε πρέπει
να δέχεται κανείς ιατρική βοήθεια, «το σώμα είναι το σπιτάκι που μας έδωσε ο Θεός, πρέπει να κάνουμε καμιά επισκευή. Ο Θεός έκανε βότανα, διάφορα φάρμακα και δεν
πρέπει να τα περιφρονούμε». Και ακόμη: «Αδικοχαμένος γίνεται κανείς, όταν ζει χωρίς προσευχή». Ένοιωθε ακόμη στην ψυχή της, καταλάβαινε έντονα την αμαρτωλή
ζωή που προκαλούσε το αθεϊστικό περιβάλλον και η αμαρτωλή και αμετανόητη ζωή. Γι’ αυτό αγωνιζόταν να βοηθήσει όλες τις πνευματικά άρρωστες ψυχές. Κουραζόταν
τόσο πολύ ώστε στο τέλος της ημέρας δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει με τους δικούς της και μόνο σιγά αναστέναζε, ακουμπώντας το κεφάλι στην παλάμη της. Κάθε μέρα
ήταν γεμάτη από θλίψεις και στενοχώριες ανθρώπων που έρχονταν προς αυτήν. Βοηθούσε όμως παρηγορούσε και θεράπευε. Γίνονταν πολλές θεραπείες δι’ ευχών
της. Έπιανε με τα δυο της χέρια το κεφάλι του ανθρώπου, τον θέρμαινε με την αγιότητά της. Αυτός έφευγε αναπτερωμένος, αλλά εκείνη μετά, όλη τη νύχτα, έκανε
προσευχή και αναστέναζε.
Η αρετή της συνίστατο στη μεγάλη υπομονή, η οποία προερχόταν από την καθαρότητα της καρδιάς της και τη θερμή αγάπη της προς τον Θεό. Δίδασκε όχι με
λόγια αλλά με όλο το βίο της. Ζούσε χωρίς κατοικία, περιουσία και προμήθειες. Ζούσε με προσφορές χωρίς και αυτές να τις έχει πάντα. Είχε την εμπιστοσύνη της στον
Κύριο. Έλεγε: «δεν πρέπει να φοβάται κανείς τίποτα, όσο φοβερό και αν φαίνεται αυτό. Βλέπεις, κουβαλάνε ένα μωρό με το ελκηθράκι και δεν το νοιάζει τίποτα! Όλα
θα τα κανονίσει ο ίδιος ο Κύριος!».
Αυτή λοιπόν ήταν η Αγία Ματρώνα η αόμματος. Τρεις ημέρες πριν την κοίμησή της ο Κύριος της απεκάλυψε την τελείωσή της ώστε να κάνει όλες τις απαραίτητες
προετοιμασίες, όπως και έκανε. Μέχρι το τέλος εξομολογούνταν και κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων ενώ δεν έκρυβε πως φοβόταν τον θάνατο. Κοιμήθηκε στις 2
Μαΐου 1952, ημέρα Παρασκευή. Την Κυριακή έγινε η νεκρώσιμος ακολουθία στον Ιερό Ναό του Ιερού Χιτώνος του Κυρίου και ενταφιάσθηκε στο νεκροταφείο της Μονής
του Αγίου Δανιήλ, για να «ακούει την ακολουθία» (ήταν από τους λίγους ναούς που παρέμειναν ανοιχτοί στην Μόσχα).

Κήρυγμα γ 'Κυριακή Ματθαίου

Ἀδελφοί μου,
Ὁ Διδάσκαλος καί Κύριός μας, διδάσκει τούς μαθητές του πού τόν ἀκοῦν προσηλωμένοι:
«Ἐάν ἡ ψυχή σας ἀνήκει στόν Θεό μή μεριμνᾶτε τί θά φάγετε, τί θά πιεῖτε καί μέ τί θά ντύσετε τό σῶμα σας. Δέν ἀξίζει ἄραγε ἡ ψυχή περισσότερο ἀπό τό σῶμα;
Κοιτάξετε τά πτηνά πώς τρέφονται. Οὔτε σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε ἀποθηκεύουν. Ὁ οὐράνιος πατέρας φροντίζει γι’ αὐτά. Σεῖς δέν ἀξίζετε περισσότερο ἀπό αὐτά;
Μέ τήν μέριμνα ποῦ ἔχετε μπορεῖτε νά αὐξήσετε λίγο τό σῶμα σας;  Ὄχι, τί κατορθώνετε λοιπόν μέ τήν μέριμνά σας;
Κοιτάξετε τά λουλούδια τοῦ ἀγροῦ πώς μεγαλώνουν, τί ἄνθη δίνουν. Ἐάν φροντίζει ὁ Θεός γι’ αὐτά, δέν θά φροντίσει γιά σᾶς;
Γιατί εἶσθε ὀλιγόπιστοι;
Αὐτά ζητοῦν μόνο οἱ εἰδωλολάτρες γιατί γι’ αὐτούς αὐτά  μόνο ἔχουν ἄξια. Ὁ οὐράνιος Πατέρας γνωρίζει τίς ἀνάγκες σας, γι’ αὐτό ζητεῖτε τήν ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν τῆς βασιλείας Του μέ τίς ἀρετές τίς ὁποῖες ζητεῖ ὁ Θεός ἀπό σᾶς γιά νά σᾶς χαρίσει τά ἀγαθά του».
Ὄμορφη αὐτή ἡ εἰκόνα τοῦ μεν Κυρίου μας νά διδάσκει, τῶν δέ μαθητῶν νά ἀκοῦν μέ προσοχή. Καί πώς νά μήν ἀκοῦν μέ προσοχή ἀφοῦ τούς ἀποκαλύπτει τήν μεγάλη φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιά τούς ἀνθρώπους καί τήν ἀξία πού ἔχει ἡ ἀνθρώπινη ψυχή.
Μία φροντίδα πού πρέπει νά μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τόν βρόγχο τῆς ἀνασφάλειας ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἰδιαίτερο γνώρισμά μας.
Θά μπορούσαμε μάλιστα νά ποῦμε ὅτι ὁμοιάζουμε μέ τά ὄστρακα πού σέρνονται στό βυθό τῆς θάλασσας γιά νά βροῦν κάποιο βράχο νά κολλήσουν ἐπάνω τοῦ γιά νά νιώσουν ἀσφάλεια. Ἔτσι καί ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά νιώσουμε ἀσφάλεια στό βράχο εἴτε τοῦ ἀξιώματος, εἴτε τῆς θέσεως, εἴτε τῶν χρημάτων.
Ὅμως δέν νιώθουμε αὐτή τήν ἀσφάλεια γιατί εἴτε τά ἔχουμε σήμερα καί αὔριο τά χάνομε, εἴτε γιατί δέν μποροῦν νά μᾶς τήν δώσουν. Ἔτσι νιώθουμε ἀνασφάλεια καί αὐτή ἀκριβῶς μας δείχνει τό λάθος πού κάνουμε. Τόν ἀναζητοῦμε ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει.
Ποῦ ὀφείλεται ὅμως τό λάθος μας;
Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος λέει ὅτι: «ὅταν ὁ ἄνθρωπος στρέφεται πρός τά πράγματα τοῦ κόσμου, τότε ἔχει μέσα τοῦ τό λόγο τοῦ κόσμου», πού σημαίνει ὅτι ἐγκλωβίζεται μέσα στόν κόσμο αἰχμαλωτίζεται. Ἡ ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν αἰχμαλωτίζει τήν ψυχή, τήν φυλακίζει.
Ἔτσι κάνει ὁ κόσμος ἐκεῖνο πού κάνει μία ἀράχνη τῆς Ἰαβας. Αὐτή ἐκκρίει ἕνα εὔοσμο ὑγρό πάνω στόν ἱστό της πού ἑλκύει τά ἔντομα καί ἔτσι τά πιάνει.  Ἔτσι ὁ κόσμος ἑλκύει μέ τήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν του καί μᾶς αἰχμαλωτίζει μέ ἀποτέλεσμα νά ἀδιαφοροῦμε γιά τήν ψυχή μας.
Γι’ αὐτήν ὅμως ἐνδιαφέρεται ὁ Θεός, γιατί αὐτή θέλει νά σώσει, γι’ αὐτό καί μᾶς λέει «δέν ἀξίζει ἄραγε ἡ ψυχή περισσότερο» καί σέ ἄλλη περίπτωση τονίζει τήν ἄξια της λέγοντας: «Ἐάν κερδίσετε ὅλο τόν κόσμο, χάσετε ὅμως τήν ψυχή σας, ποιό θά εἶναι τό κέρδος σας;»
Τί ζητεῖ λοιπόν ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς;
Ἕνας ἄνθρωπος ἀποφάσισε γιά νά σώσει τήν ψυχή του νά ἀσκητεύσει μέσα στήν ἔρημο. Εὐρῆκε λοιπόν στήν πλαγια του βουνοῦ μία σπηλιά πού μέ δυσκολία ἀνέβαινε κανείς ἐκεῖ καί ἀποφάσισε νά μείνει ἐκεῖ.
Νερό ὅμως δέν εἶχε «Κύριε βρῆκα πού θά μείνω, νερό ὅμως πού θά βρίσκω». Ἀκούει μία γλυκεία φωνή νά τοῦ λέει: «ἔχε μου ἐμπιστοσύνη».  Ἔτσι ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ἐμπιστεύθηκε τό Θεό καί νερό εὕρισκε.
Μία μέρα λοιπόν τόν ἐπισκέφθηκαν δυό ἀδελφοί μοναχοί καί γιά νά τούς περιποιηθεῖ ἔβρασε μέ τό λίγο βραστό νερό πού εἶχε σπόρους.  Ἔτσι ὅμως δέν εἶχε νερό γιά νά πιοῦν.
Ἄρχισε λοιπόν νά πηγαινοερχερχεται μέχρι τήν ἄκρη τῆς σπηλιᾶς του καί νά μουρμουρίζει. Τότε ἕνας ἀπό τούς μοναχούς, τόν ἐρώτησε «ἀδελφέ τί ἔχεις καί μουρμουρίζεις;» καί ἀπαντᾶ: «Ὁ Θεός μου ἔδωσε μία ὑπόσχεση ὅτι θά μοῦ στέλνει νερό ὅταν δέν θά ἔχω. Τοῦ ὑπενθυμίζω λοιπόν τήν ὑπόσχεσή του».
Ἐκείνη τή στιγμή ὁ θεός τοῦ δείχνει τήν φροντίδα Του. Ὁ ἀέρας ἔσπρωξε μέχρι τήν σπηλιά ἕνα μικρό σύννεφο καί ἔβρεξε τόσο ὅσο ἤθελε νά γεμίσει ἕνα δοχεῖο πού εἶχε.
Νά λοιπόν τί ζητᾶ ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς. Νά τοῦ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη. Καί ἐμπιστεύομαι τόν Θεό σημαίνει ὅτι εἶμαι ἀπόλυτα βέβαιος ὅτι θά μέ βοηθήσει στό πρόβλημά μου γιατί ὑπάρχει ἡ φροντίδα του γιά μένα, φροντίζει νά εὐεργετεῖ τήν ψυχή μου.
Ἀδελφοί μου,
Ἔτσι εἶναι! Ὁ Θεός φροντίζει μέσα στη φτώχεια μας, γι’ αὐτό καί τήν ὑπομένουμε, φροντίζει μέσα στήν ἀρρώστια μας γιατί βλέπουμε τήν ἀδυναμία μας καί χάνουμε τόν ἐγωισμό μας, φροντίζει καί μέσα στό κακό γι’ αὐτό βλέπουμε τήν ἄξια του καλοῦ καί τό λαχταροῦμε. Φροντίζει καί μέσα στό θάνατο γιά νά τόν κάνει πέρασμα στήν αἰώνια ζωή, φροντίζει καί μέσα στό πόνο πού δημιουργεῖ ὁ θάνατος γιατί τόν πραΰνει καί τόν παρηγορεῖ μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀντάμωσης γι’ αὐτό καί οἱ Ἀσκητές ὅταν πεθαίνουν ἀποχαιρετοῦν τούς παρευρισκομενους ἀδελφούς τους μέ τήν φράση «καλή ἀντάμωση».
Ἄς ἔχομε λοιπόν ἐμπιστοσύνη στόν Κύριό μας, ὅπως μας ζητεῖ. Καί ἄν τήν ἔχομε τότε Ἐκεῖνος θά φροντίσει γιά τό κάθε τί• γιατί ἡ φροντίδα Τοῦ εἶναι ἡ σωτηρία μας.
Ὁ Θεός νά σᾶς ἔχει καλά.

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Ποιες είναι οι Δέκα Εντολές;


--------------------------------------------------------------------------------

Ερώτηση: Ποιες είναι οι Δέκα Εντολές;
Απάντηση: Οι Δέκα Εντολές είναι δέκα νόμοι στην Αγία Γραφή που έδωσε ο Θεός στο έθνος του Ισραήλ αμέσως μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτό. Οι Δέκα Εντολές είναι βασικά μια συνοπτική απόδοση των 600+ εντολών που περιέχει ο Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης. Οι πρώτες τέσσερις εντολές έχουν να κάνουν με τη σχέση μας με το Θεό. Οι επόμενες έξι εντολές έχουν να κάνουν με τις σχέσεις μεταξύ μας. Οι Δέκα Εντολές αναφέρονται στην Αγία Γραφή στην Έξοδο 20:1-17 και στο Δευτερονόμιο 5:6-21 και είναι οι ακόλουθες:
(1) «Δεν θα υπάρχουν για σένα άλλοι θεοί εκτός από μένα». Αυτή η εντολή είναι αντίθετη με τη λατρεία κάθε άλλου θεού εκτός από τον ένα αληθινό Θεό. Όλοι οι άλλοι θεοί είναι ψεύτικοι.
(2) «Δεν θα κατασκευάσεις για σένα είδωλα και κανενός είδους ομοίωμα που να αντιπροσωπεύει ο,τιδήποτε βρίσκεται ψηλά στον ουρανό ή εδώ κάτω στη γη ή μέσα στα νερά, κάτω απ` τη γη. Δεν θα τα προσκυνάς ούτε θα τα λατρεύεις, γιατί εγώ ο ΚΥΡΙΟΣ, ο Θεός σου, είμαι Θεός που απαιτώ αποκλειστικότητα. Για την αμαρτία των πατέρων που μου αντιστέκονται τιμωρώ τα παιδιά, ακόμα και ως την τρίτη και την τέταρτη γενιά. Δείχνω όμως την αγάπη μου σε χιλιάδες γενιές αυτών που με αγαπούν και τηρούν τις εντολές μου».Αυτή η εντολή είναι ενάντια στην κατασκευή ειδώλων, μια ορατή αντιπροσώπευση του Θεού. Δεν υπάρχει εικόνα που μπορούμε να κάνουμε και να αποδίδει με ακρίβεια τον Θεό. Το να κάνουμε ένα είδωλο να απεικονίζει τον Θεό είναι το ίδιο με το να λατρεύουμε έναν ψεύτικο θεό.
(3) «Δεν θα προφέρεις για κανένα λόγο το όνομα του ΚΥΡΙΟΥ, του Θεού σου. Πράγματι, εγώ ο ΚΥΡΙΟΣ, δεν θ` αθωώσω κανέναν που προφέρει το όνομά μου για οποιονδήποτε λόγο». Αυτή η εντολή είναι αντίθετη με το να προφέρουμε το όνομα του Κυρίου μάταια. Δεν πρέπει να παίρνουμε το όνομα του Θεού ελαφρά. Πρέπει να δείχνουμε ευλάβεια στο Θεό αναφέροντάς Τον με σεβασμό και τιμή.
(4) «Να θυμάσαι την ημέρα του Σαββάτου για να την ξεχωρίζεις και να την αφιερώνεις στον ΚΥΡΙΟ. Έξι μέρες θα εργάζεσαι και θα κάνεις όλες τις εργασίες σου. Αλλά η έβδομη μέρα είναι ημέρα ανάπαυσης, αφιερωμένη σ` εμένα τον ΚΥΡΙΟ το Θεό σου. Την ημέρα αυτή δεν επιτρέπεται να κάνεις καμιά εργασία ούτε εσύ ούτε ο γιος σου ούτε η θυγατέρα σου ούτε ο δούλος σου ούτε η δούλη σου ούτε τα ζώα σου ούτε ο ξένος που κατοικεί στις πόλεις σου. Σε έξι μέρες εγώ, ο ΚΥΡΙΟΣ, δημιούργησα τον ουρανό, τη γη και τη θάλασσα, καθώς και όλα όσα υπάρχουν μέσα σ` αυτά, και την έβδομη μέρα αναπαύτηκα. Γι αυτό ευλόγησα την ημέρα του Σαββάτου και την ξεχώρισα για τον εαυτό μου». Αυτή είναι μια εντολή να ξεχωρίσουμε την ημέρα του Σαββάτου (την τελευταία μέρα της εβδομάδας) σαν μέρα ξεκούρασης αφιερωμένη στον Κύριο.
(5) «Να τιμάς τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, για να ζήσεις πολλά χρόνια στη χώρα που εγώ ο ΚΥΡΙΟΣ, ο Θεός σου, θα σου δώσω». Αυτή είναι μια εντολή να συμπεριφερόμαστε στους γονείς μας με τιμή και σεβασμό.
(6) «Δεν θα φονεύσεις». Αυτή είναι εντολή ενάντια στην προμελετημένη δολοφονία ενός ανθρώπου.
(7) «Δεν θα μοιχεύσεις». Αυτή είναι εντολή ενάντια στις σεξουαλικές σχέσεις με κάποιον άλλο εκτός από το σύντροφό σου.
(8) «Δεν θα κλέψεις». Αυτή είναι μια εντολή να μην παίρνουμε τίποτα που δεν ανήκει σε μας χωρίς την άδεια του προσώπου στο οποίο ανήκει.
(9) «Δεν θα καταθέσεις ψεύτικη μαρτυρία ενάντια στο συνάνθρωπό σου». Αυτή είναι μια εντολή ενάντια στην ψεύτικη μαρτυρία ενάντια κάποιου προσώπου. Είναι βασικά μια εντολή ενάντια στο ψέμα.
(10) «Δεν θα επιθυμήσεις τίποτε απ` ό,τι ανήκει στο συνάνθρωπό σου: ούτε το σπίτι του, ούτε τη γυναίκα του, ούτε το δούλο του, ούτε τη δούλη του, ούτε το βόδι του, ούτε το υποζύγιό του». Αυτή είναι μια εντολή να μην επιθυμήσουμε ο,τιδήποτε δεν μας ανήκει. Η επιθυμία μπορεί να οδηγήσει σε παράβαση μιας από τις παραπάνω εντολές: φόνο, μοιχεία, κλέψιμο. Αν είναι λάθος να κάνεις κάτι, είναι λάθος και να το επιθυμήσεις.

ΤΙΜΩΡΕΙ Ο ΘΕΟΣ;

Γιατί ο Θεός να τιμωρεί; Σ' αυτήν την επίμονη και περίεργη ερώτηση,
αυτών που δεν γνωρίζουν, δίνουμε σύντομη απάντηση από την Αγία
Γραφή και τους Πατέρες.
Η θεοειδής κατασκευή του ανθρώπου φανερώνει την αυτεξουσιότητα
στην εκλογή και λήψη των αποφάσεων του και την ελευθερία της
προσωπικότητά του. Η θεία βουλή και απόφανση ότι "ὁ Θεός θάνατον οὐκ
ἐποίησεν οὐδέ τέρπεται ἐπ᾽ἀπωλείᾳ ζώντων" (Σοφ. Σολ. α' 13), πείθουν
ότι δεν τέθηκε εξ αρχής θέμα τιμωρίας (κόλασης) ή καταδίκης.
Ο Θεός απαίτησε, "ἐνετείλατο", τα κτίσματα του, επειδή προήλθαν απ'
αυτόν και δεν μπορούν να υπάρχουν και να λειτουργούν χωρίς αυτόν, ως
αιτιατά, να εξαρτώνται από αυτόν ο οποίος είναι το πρώτο αίτιο. Η
εντολή, ή καλύτερα η υπόδειξη του Θεού, δεν ήταν επιβολή και απαίτηση,
αλλά συμβουλή της λογικής χρήσης των φυσικών όρων της ζωής. Εάν την
ακολουθούσαν θα υπήρχε παράταση των νόμων ύπαρξης των όντων.
Αιτία, λοιπόν, της ανωμαλίας ήταν η παράλογη σκέψη, απόφαση, επιλογή
και χρήση του δικαιώματος τους αιτιατού ανθρώπου να αποκοπεί από το
αείζωο αίτιο, το Θεό, και ως εκ τούτου να γίνει θνητός. Μόνος του ο
άνθρωπος κατρακύλησε στο θάνατο και υπέστη όλες τις συνέπειες της
θνητότητας και της φθοράς, η οποία υπεισήλθε στο σύνολο της
ανθρώπινης φύσης. Εκτός από το υλικό μέρος του, ο άνθρωπος υπέστη
και στον πνευματικό του κόσμο συντριβή και απώλεια. Εκτός από τους
πόνους, το φόβο και τις θλίψεις, απέκτησε και "διάνοιαν ἐγκειμένην ἐπί
τά πονηρά" από τη γέννησή του. Ολόκληρος ο κόσμος και ο θησαυρός της
λογικής του μεγαλοπρέπειας στον οποίο στηριζόταν το "κατ'εἰκόνα καί
καθ᾽ὁμοίωσιν", ανατράπηκε παταγωδώς και δυστυχώς το "πρωτόκτιστον
κάλλος" "παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις" για να μη πούμε
«τοῖς δαίμοσι" "καί ὡμοιώθη αὐτοῖς (Ψαλμ. μη' 21).
Από το σημείο αυτό αρχίζουν οι συνέπειες του ηλιθίου αυτονομισμού που
οδηγούν σε ένα ολέθριο τέλος. Αφού αποκόπηκε ο άνθρωπος, το ευτελές
αυτό μόριο, ως αιτιατό, από την αιτία της αειζωίας, απέμεινε οικτρό θύμα
της πλήρους διαστροφής, στο οποίο έσβησε το φως και η σύνεση της
λογικής.
Πρώτο σύμπτωμα η επανάσταση του ανθρώπου κατά του εαυτού του και
κατά του πλάστη και δημιουργού του.
Το αλλόκοτο τέρας της διαστροφής, ο διάβολος έσβησε το φως της λογικής
προτείνοντας αντί της χρείας την επιθυμία, στη θέση της τάξης και
συμφωνίας την αρπαγή και το ψέμα και αντί της καλής συμπεριφοράς τον
εγωισμό και το μίσος.
Αιχμάλωτος, ο μεταπτωτικός άνθρωπος, στον περιεκτικό παραλογισμό,
αδυνατεί να ενεργεί δίκαια και να είναι σώφρων, ως πρόσωπο και ως
κοινωνία. Έγινε επαναστατικός και επικίνδυνος παράγοντας διάλυσης
της αρμονίας της κτίσης.
Η φιλάνθρωπη οικονομία και συγκατάβαση του Θεού Λόγου έφερε την
αποθεραπεία αυτής της διαστροφής, αλλά δεν επιβλήθηκε με τη βία στην
ανθρώπινη προσωπικότητα. Αφού με τη λανθασμένη εκούσια επιλογή
της αυτονομίας κέρδισε ο άνθρωπος τη φθορά και το θάνατο, οφείλει
εκούσια να επανέλθει στη λογική και φυσική εξάρτηση του από το πρώτο
αίτιο, το Θεό, για να επανεύρει τη ζωή και αφθαρσία που έχασε.
Να γιατί ο Θεός απαιτεί υποταγή και εξάρτηση των δημιουργημάτων. Η
εξάρτηση δεν είναι θέμα εξουσιαστικής επιβολής του δημιουργού, αλλά
οντολογική και υπαρξιακή αναγκαιότητα των δημιουργημάτων. Χωρίς
αυτήν διακόπτεται η ζωή και η ύπαρξη των όντων. Είναι λοιπόν φυσικός
νόμος και όρος της ύπαρξης και σύστασης όλων των όντων η εξάρτηση
από την πρώτη αρχή και αιτία τους, το Θεό.
Ο άνθρωπος αρνείται την πρακτική της εξυγίανσης, που υποδείχθηκε από
τον ανακαινιστή και σωτήρα Θεό. Παραμένει με πείσμα, ή από την
αδυναμία της αιχμαλωσίας, στο νόμο και το σύστημα του παραλόγου και
μόνος του κατεργάζεται την καταδίκη του.
Η φιλάνθρωπη οικονομία του Θεού, με την παρουσία του ανάμεσά μας,
όχι μόνο έσβησε την πρώτη ενοχή, αλλά βράβευσε με την περίσσεια της
Χάρης όσους θέλουν να θεραπευτούν και να επιστρέψουν στην πρώτη
τους θέση. Η μεγάλη όμως παραμόρφωση, που υπέστη το "κατ᾽εἰκόνα καί
ὁμοίωσιν" εκβιάζει στη ροπή και κίνηση προς τα χειρότερα. Εκεί ο
ανθρώπινος νους απογυμνωμένος από τη θεία έλλαμψη και φωτισμό ή
κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης. Με τη σάρκωση του όμως, ο πανάγαθος
σωτήρας και λυτρωτής μας, απέδειξε ότι ο άνθρωπος της πτώσης δεν
έχασε τη θέληση και το δικαίωμα της εκλογής. Επομένως μπορεί να
επανεύρει την υγεία και να επιτύχει την ανάπλασή του, αφού ο λυτρωτής
επανέφερε τη Χάρη που έχασε με την πτώση. Και όχι μόνο αυτό! Ο
σωτήρας μας, Χριστός ο Θεός, μας εκλήρωσε "εἰς υἱοθεσίαν" και μας
έδωσε αγαθά "εἰς ἅ επιθυμούσιν ἄγγελοι παρακῦψαι" (Α' Πετρ. α' 12).
Ο Κύριος μας, ως σωτήρας της πετωκυίας φύσης μας, απέδειξε με τον
έμπρακτο βίο του ότι συμπλήρωσε τη δική μας ασθένεια και αδυναμία και
επανέφερε τον άνθρωπο υπεράνω της προπτωτικής του θέσης και
κατάστασης. Επομένως μπορεί ο σημερινός άνθρωπος να επανεύρει την
προσωπικότητά του να επανέλθει στο "κατ᾽εἰκόνα καί καθ'ὁμοίωσιν",
αλλά και να φτάσει στο υπέρ εκ περισσού εφόσον "ὅσοι ἔλαβον αὐτόν
ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι" (Ιω. α' 12). Και όπως
απέδειξαν τα εκατομμύρια των ηρώων της πίστης μας, που ακολούθησαν
και αντέγραψαν τον πανάρετο βίο του, "τά ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ καί ταῦτα
ποιήσετε καί μείζονα τούτων ποιήσετε (πρβλ. Ιω. ιδ' 12).
Όταν ο άνθρωπος επανεύρει την αξία της θεοείδειάς του θα ακούσει από
το λυτρωτή ότι "ὅπου εἰμί ἐγώ ἐκεῖ καί ὁ διάκονος ὁ ἐμός ἔσται» (Ιω. ιβ'
260) και άρα θέμα κρίσης και τιμωρίας δεν υπάρχει. Τιμωρία ασφαλώς
υπάρχει αλλά έξω και μακριά από το Θεό - για τους δαίμονες - που
εκούσια είναι πονηρότατοι.
Δεν τιμωρεί ο Θεός τους ανθρώπους που παραμένουν μαζί του τηρώντας
τους κανόνες της προσωπικότητας και της φύσης τους. Μάλλον τους
βραβεύει με την υιοθεσία και τους κάνει κληρονόμους του στην αιώνια
βασιλεία.
Όσοι αποπέμπονται από το Θεό στην ετοιμασμένη για το διάβολο κόλαση
είναι όσοι αποκόπηκαν με τη θέλησή τους από τους φυσικούς όρους και
νόμους της φύσης τους. Είναι όσοι παραμένουν με πείσμα στην παράλογη
κατάσταση και ζωή των κτηνών και των δαιμόνων, οι οποίοι επιμένουν
σ'όλη τη ζωή τους στην πλήρη διαστροφή και αρνούνται να διορθωθούν
με τη μετάνοια.
Γνωρίζοντας ο Θεός το ευόλισθο και την ασθένεια του ανθρώπου, έδωσε
την μετάνοια η οποία παρατείνεται σ'όλη τη ζωή. Όσοι πλανηθούν και
υποκύψουν στην αφροσύνη του παραλόγου, μπορούν να διορθώσουν το
σφάλμα τους επιστρέφοντας στη βάση του προορισμού τους. Με πάρα
πολλά παραδείγματα, από τη Γραφή και την ανθρώπινη ζωή,
αποδεικνύεται η διόρθωση και επιστροφή στους κανόνες της ηθικής και
της κατά Θεό ζωής, με τη μετάνοια. Έτσι πέτυχαν το μακαρισμό και τη
θεία ευλογία, όσοι προς στιγμή παρασύρθηκαν και απομακρύνθηκαν από
το δρόμο της ευσεβείας. Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι των ανθρώπων
παραμένουν αδιόρθωτοι ή και τελείως πλανεμένοι και γίνονται και στους
άλλους παραδείγματα αποστασίας και έκπτωσης από της ζωή του Θεού.
Δυστυχώς στο θέμα της σωτηρίας κυκλοφορούν από τις λεγόμενες
"εκκλησίες" της δύσης διάφορες διδασκαλίες γεμάτες από πλάνες, που
διαστρέφουν την Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία. Η σωτηρία του
ανθρώπου, όπως η θεία αποκάλυψη μας πληροφορεί, δεν είναι η
απαλλαγή του από μια δυστυχισμένη κατάσταση ή θέση και η μεταφορά
του σε καλύτερη θέση ή ευδαιμονέστερο περιβάλλον.
Το επίκεντρο του ανθρώπινου στόχου είναι η επανάκτηση της πρώτης
θέσης του ανθρώπου στο «κατ᾽εἰκόνα καί ὁμοίωσιν». Ο κύριος σκοπός της
ενανθρώπησης του Θεού Λόγου είναι η προσωπική ένωση με τον
άνθρωπο. Γι αυτό οι Πατέρες μας, ως γνήσιοι φορείς αυτής της ιδιότητας,
μίλησαν και πρόβαλλαν το θεανθρωπισμό ως τον πραγματικό σκοπό της
πίστης. Και δεν είναι τολμηρό να πούμε ότι αν ο θεανθρωπισμός δεν είναι
ο κύριος στόχος και σκοπός της χριστιανικής πίστης, δεν θα άξιζε η
προσέλευση και η θυσία σ'αυτήν.
Αιτία της διάσπασης της προσωπικότητας τους ανθρώπου είναι η μετά
την αποκοπή από το Θεό διεστραμμένη διάνοια που «ἔγκειται ἐπί τά
πονηρά". Χωρίς θεραπεία ο άνθρωπος ματαιοπονεί. Ο σωτήρας μας, ως
ιατρός, μας παρέδωσε έμπρακτα τη μέθοδο της ισορροπίας. Ο ίδιος
εφάρμοσε, χωρίς να τη χρειάζεται, την περιεκτική άσκηση και
αγωνιστικότητα, για να πείσει τη δική μας σκληρότητα ότι χωρίς κόπο και
προσπάθεια δεν επανέρχονται όσα σκορπίστηκαν. Όταν με την
προσπάθεια αγωνιστεί ο άνθρωπος και αντισταθεί κατά του νόμου της
διαστροφής και του παραλόγου, που χαρακτηρίζει την εμπαθή ζωή και
επομένως βρίσκεται ο άνθρωπος στη θέση της πρώτης του κατασκευής,
δικαιούται την ένωση και συνοίκηση στην αιωνιότητα με το δημιουργό
του.
Στην αρχιερατική προσευχή του ο Κύριος απαίτησε τη συνδιαγωγή και
παραμονή του στην αιωνιότητα με τους ανθρώπους: «θέλω ἵνα ὃπου εἰμί
ἐγώ κἀκεῖνοι ὦσι» (Ιω. ιζ' 24). Πολύ εύστοχα ο Κύριος μας ως ομοίους του
μας προκαλεί προς εξομοίωση λέγοντας; "'Ἃγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγώ ἃγιος
εἰμί" (Α' Πετρ. α' 16).
Συνεπώς, δεν καταδικάζει ο Θεός αυτούς που παραμορφώθηκαν και
απέβαλαν τους όρους και τους νόμους της λογικής φύσης ακολουθώντας
την κτηνωδία και το δαιμονισμό. Αυτοί μόνοι τους αποκόπτονται από
τους νόμους της λογικής και της αξιοπρέπειας. Παρόλο που η θεία
παναγαθότητα ανέχεται την αποπλάνηση των αμαρτωλών και τους
δέχεται εάν πάλι μετανοήσουν και επιστρέψουν, αυτοί δεν επιδέχονται
μετάνοια και αλλαγή της διαφθαρμένης ζωής και φρόνησής τους. Με δική
τους επιλογή εκλέγουν και προτιμούν τη ζωή της διαστροφής, του
εγκλήματος και του μίσους και πνευματικά την εφαρμόζουν μέχρι του
θανάτου τους! Πως λοιπόν τους κρίνει ο Θεός αφού με δική τους γνώμη,
απόφαση και εφαρμογή προτίμησαν την κακία και διαστροφή; Δεν θα
ήταν αδικία εάν τους τα στερήσουν και μετά το θάνατο; Δεν θα ήταν
αδικία να τους κατατάξουν σε θέση αντίθετη από τη θέληση και
προτίμησή τους;
Υπάρχει και η απόλυτη δικαιοσύνη του Θεού η οποία αποδίδει στον
καθένα κατά τα έργα του και την προτίμησή του. Στην εδώ ζωή
επικρατούσαν οι φίλοι και εραστές των έργων του κακού και του
εγκλήματος. Με τη βία επιβάλλονταν στους ηθικούς και προσεκτικούς.
Τους κακοποιούσαν και τους σκότωναν. Εκατομμύρια σφαγιάστηκαν από
τους εργάτες του διαβόλου και μάλιστα χωρίς να φταίνε σε τίποτα, αλλά
μόνο και μόνο γιατί πίστευαν στην αλήθεια και τηρούσαν τους κανόνες
της ηθικής και αξιοπρέπειας. Ποια είναι η γνώμη σας; Πρέπει αυτοί να
είναι μαζί στην ευτυχία και τη γαλήνη της καλοσύνης και της αγάπης;
Μετά το θάνατο, κατά τις Γραφές, η κατάσταση είναι στατική και
επομένως ότι έγινε ο καθένας στην εδώ ζωή αυτή θα είναι και στην
αιωνιότητα. Άρα όσοι απ'εδώ έφυγαν κακοποιοί και παράλογοι και στο
μέλλον θα παραμείνουν όπως προτίμησαν και έζησαν και επομένως δεν
θα είναι δυνατόν να συμβιώσουν με τους αγαθούς και ειρηνικούς εργάτες
της καλοσύνης και της αγάπης. Δεν κρίνει συνεπώς ο Θεός την
ανθρωπότητα, αλλά ετοιμάζει ότι ο καθένας προτιμά να φέρει μαζί του
αιώνια.
Επομένως ιδού καιρός να ετοιμάσει ο καθένας το μέλλον του!

Άγιος Άχμετ ο Νεομάρτυρας (3 Μαϊου))

Ο Άγιος Αχμέτ καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και ασκούσε το επάγγελμα του Αρχιλογιστού.
Κατά το θρήσκευμα στην αρχή ήταν Μουσουλμάνος και Τούρκος στην καταγωγή.
Στο σπίτι του είχε δύο δούλες για να τον υπηρετούν οι οποίες ήταν Ορθόδοξες  και Ρωσίδες στην καταγωγή.
Η μεγαλύτερη από τις δύο γυναίκες πήγαινε τις Κυριακές και τις γιορτές στην Ορθόδοξη Εκκλησία και έπαιρνε αντίδωρο και αγιασμό από τα οποία έδινε και στην νεότερη χάριν αγιασμού και ευλογίας.
Όταν ο Αχμέτ βρισκόταν κοντά στην νέα γυναίκα, ενώ αυτή είχε φάει αντίδωρο και είχε πιει αγιασμό, ένοιωθε μία έντονη ευωδία να βγαίνει από το στόμα της την οποία δεν μπορούσε να εξηγήσει. Κάθε φορά που ρωτούσε να μάθει από που έρχονταν αυτή η ευωδία, η κοπέλα, που δεν μπορούσε να μυρίσει αυτή την ευωδία, του απαντούσε ότι δεν έφαγε και δεν ήπιε τίποτε άλλο παρά μόνο ψωμί και νερό τα οποία είχαν ευλογήσει οι Ορθόδοξοι Ιερείς στην Εκκλησία.
Ο Αχμέτ τότε ντύθηκε με ρούχα χριστιανικά και πήγε στην Εκκλησία του Πατριαρχείου για να παρακολουθήσει πως γίνονταν η Θεία Λειτουργία των Χριστιανών.
Κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας είδε δύο παράδοξα θαύματα. Πρώτον τον Ιερέα των Χριστιανών να μην πατάει στην γη κατά τη διάρκεια του Μυστηρίου και δεύτερον από το χέρι του Πατριάρχη όταν ευλογούσε να βγαίνουν ακτίνες φωτός και να πηγαίνουν στα κεφάλια των Χριστιανών, όχι όμως και στο δικό του.
Όταν αντίκρισε τα παράδοξα αυτά θαύματα, πίστευσε στον Χριστό και ζήτησε να βαπτισθεί.
Για αρκετό καιρό έμεινε χριστιανός χωρίς να το φανερώνει, σε μία όμως συζήτηση με κάποιους Οθωμανούς ομολόγησε δημόσια ότι η μόνη αληθινή πίστη ήταν αυτή του Ιησού Χριστού.
Τότε κατά διαταγή του άρχοντα του τόπου εκείνου, ο Άγιος Νεομάρτυρας Αχμέτ αποκεφαλίστηκε στις 3 Μαίου του έτους 1682 μ.Χ.
Το σώμα του παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το έθαψαν στην περιοχή Κεαπχανέ Μπαξέ.
 

Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Aγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου (28 Ιουλίου)

Η αγία Ειρήνη ήκμασε  μετά από την περίοδο της εικονομαχίας και τον θάνατο του εικονομάχου αυτοκράτορα Θεοφίλου το 842 μ.Χ.
Μετά από την αναστήλωση των αγίων εικόνων η αυτοκράτειρα Θεοδώρα έψαχνε να βρει σύζυγο για τον υιό της Μιχαήλ. Οι απεσταλμένοι της διάλεξαν την Ειρήνη από την Καισάρεια της Καππαδοκίας, την οποία οδήγησαν στην Κωνσταντινούπολη.
Στο δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη η αγία συναντήθηκε με τον γέροντα Ιωαννίκιο, φημισμένο ασκητή  της εποχής που ζούσε στον Όλυμπο της  Μικράς Ασίας και αυτός της προείπε σχετικά με την μοναχική ζωή η οποία την περίμενε.
Όταν έφτασαν στην Βασιλεύουσα, ο Μιχαήλ είχε διαλέξει ήδη γυναίκα και έτσι η Ειρήνη, αφού μοίρασε την περιουσία της, εκάρη μοναχή στην Μονή Χρυσοβαλάντου, όπου ο ζήλος της για την άσκηση υπήρξε θαυμαστός.
Ακούραστα, με ταπείνωση και χωρίς κανένα γογγυσμό, υποτάσσονταν σε όλες τις αδελφές.
Είχε μόνο ένα ράσο που το άλλαζε κάθε Πάσχα και η ζωή της υπήρξε τόσο θαυμαστή ώστε μετά τον θάνατο της ηγουμένης, εξελέγη η αγία Ειρήνη ως ηγουμένη της Μονής Χρυσοβαλάντου.
Συνεχής προσευχή , νηστεία, σωματική άσκηση και πνευματική διδασκαλία σε όσους έρχονταν κοντά της ήταν τα χαρίσματά που την διέκριναν και για τα οποία ο Θεός την προίκισε με το προορατικό χάρισμα.
Πολλά θαύματα έγιναν με τις προσευχές της, δαιμονισμένοι θεραπεύτηκαν, άνθρωποι που βρίσκονταν σε ποικίλους κινδύνους σώθηκαν και η αγία Ειρήνη έγινε φάρος φωτεινός,  τον οποίο επισκέπτονταν πλήθος πιστών για να πάρουν την ευχή της και να στερεωθούν στον αγώνα τους .
Είχε την ευλογία να  λάβει μέσω ενός ναύτη από τη  Πάτμο, από τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο ο οποίος παρουσιάστηκε ως γέροντας περπατώντας επάνω στα κύματα, τρία μήλα, ως σύμβολο της  ευφροσύνης του Παραδείσου.
Από τα μήλα αυτά, το ένα το έκοβε και το έτρωγε επί σαράντα μέρες και ένοιωθε απερίγραπτη χαρά και ευφροσύνη, το δεύτερο το μοίρασε στις αδελφές και το τρίτο το φύλαξε.
Άγγελος Κυρίου την επισκέφθηκε και την προετοίμασε για την αναχώρηση της από τον μάταιο τούτο κόσμο ένα χρόνο πριν το θάνατό της.
Την παραμονή της εκδημίας της, στις 27 Ιουλίου, αφού κοινώνησε και έφαγε το μήλο που είχε φυλαγμένο, άρρητη ευωδία  σκέπασε ολόκληρη την Ιερά Μονή.
Κάλεσε της αδελφές και  ανήγγειλλε την αναχώρηση της. Προσευχήθηκε   και παρέδωσε την μακαρία ψυχής της στα χέρια του Θεού σε ηλικία εκατόν τριών χρονών αφού έλαμψε το πρόσωπο της.
Άπειρα τα θαύματα που ο Θεός καθημερινά κάνει δια  πρεσβειών των Αγίων  του.
Μέσα σε αυτά, άπειρα και τα θαύματα που γίνονται με τις πρεσβείες της Αγίας Ειρήνης, ηγουμένης της Μονής Χρυσοβαλάντου σε όσους με πίστη και πόθο επικαλούνται το όνομα του Άγιου Θεού και τις πρεσβείες της Αγίας η οποία ενώθηκε αιώνια μαζί Του μέσα από την ζωή την οποία προβάλει η Αγία μας Εκκλησία.
 

Προσευχή στὸν Ἅγιο Ἰούδα τὸ Θαδδαῖο

Ἁγιώτατε Ἀπόστολε, Ἅγιε Ἰούδα Θαδδαῖε, πιστὲ ὑπηρέτη καὶ φίλε τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὀρθοδοξία, σ'ὅλον τὸν κόσμον σὲ τιμᾶ καὶ σὲ ἐπικαλεῖται ὡς προστάτη τῶν ἀπελπισμένων ὑποθέσεων, αὐτῶν γιὰ τὶς ὁποῖες ἔχει χαθεῖ κάθε ἐλπίδα.
Προσεύχου γιὰ μένα. Εἶμαι τόσο ἀπελπισμένος/η καὶ μόνος/η. Σὲ ἱκετεύω κάνε χρήση αὐτῆς τῆς ἰδιαίτερης Χάρης πού σου ἔχει δοθεῖ, νὰ φέρνεις ὁρατὴ καὶ γρήγορη βοήθεια ὅπου δὲν ὑπάρχει καμμία σχεδὸν ἐλπίδα βοηθείας. Βοήθησέ με τούτη τὴν ὥρα τῆς ἀνάγκης, γιὰ νὰ μπορέσω νὰ λάβω τὴν παρηγοριὰ καὶ βοήθεια τῆς Ἁγίας Τριάδος, σ' ὅλες μου τὶς ἀνάγκες,δοκιμασίες, καὶ βάσανα-ἐδῶ ἐκφράζετε τὸ αἴτημά σας-καὶ νὰ μπορῶ νὰ ὑμνῶ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν μαζὶ μὲ σένα καὶ μὲ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς.
Ὑπόσχομαι,ὦ εὐλογημένε Ἅγιε Ἰούδα Θαδδαῖε,νὰ ἐνθυμοῦμαι πάντοτε αὐτὴ τὴ μεγάλη Χάρη. Νὰ σὲ τιμῶ πάντοτε,ἰδιαίτερα ὡς τὸν πιὸ δυνατὸ προστάτη μου,καὶ μ'εὐγνωμοσύνη νὰ ἐνθαρρύνω τὴν εὐλάβεια πρὸς ἐσένα,ΑΜΗΝ.
Εἴθε τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος νὰ λατρεύεται καὶ νὰ ὑμνεῖται ἀπ' ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων,ΑΜΗΝ.
Εἴθε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ὑμνεῖται καὶ νὰ δοξάζεται τώρα καὶ παντοτεινά,ΑΜΗΝ.
Ἄς εἶναι εὐλογημένο τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἄς εἶναι εὐλογημένο τὸ ὄνομα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας.
Ἄς εἶναι εὐλογημένος ὁ Ἅγιος Ίούδας ὁ Θαδδαῖος.
Ἅγιε Ἰούδα Θαδδαῖε δεήσου γιὰ μᾶς καὶ ἄκουσε τὶς προσευχές μας,ΑΜΗΝ.
Σ' ὅλο τὸν κόσμο καὶ σ'ὅλους τοὺς αἰῶνες,ΑΜΗΝ.
Πάτερ Ἡμῶν...
Χαῖρε Μαρία Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ. Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου,ὁ Ἰησοῦς.
Ὑπεραγία Θεοτόκε πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν νῦν καὶ ἀεὶ καὶ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου ἡμῶν,ΑΜΗΝ
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΝΝΕΑΗΜΕΡΟΥ
Αυτή η προσευχή του Αγίου Ιούδα του Θαδδαίου λέγεται όταν συναντάμε προβλήματα ή όταν δεν φαίνεται να υπάρχει βοήθεια και έχουμε σχεδόν απελπιστεί. Οι προσευχές του εννεαημέρου απαγγέλλονται επτά (7) φορές την ημέρα, επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Οι προσευχές εισακούονται την εννάτη και πριν, όταν λέγονται με πίστη και ταπείνωση και ποτέ μέχρι τώρα δεν απέτυχαν. Θα λάβετε τη Χάριν που ζητάτε από τον Άγιο Ιούδα το Θαδδαίο, όσο απραγματοποίητη κι αν φαίνεται. Πολλοί άνθρωποι προβληματίζονται με το επτά(7) φορές την ημέρα και επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Ο αριθμός επτά (7) είναι ιερός αριθμός και οι Πατέρες της Εκκλησίας όπως ο Ιερός Χρυσόστομος τον θεωρούν αριθμό της πληρότητος του Θεού. Δεν είναι τυχαίο ότι η Αγία Γραφή αναφέρει στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη πολλές φορές τον αριθμό επτά (7),π.χ.
• Επτά ημέρες δημιουργίας.
• Ο Δαυίδ αναγγέλλει « ἑπτάκις τῆς ἡμέρας αἰνέσω Σε Κύριε».
• Επτά οι Οικουμενικές Σύνοδοι.
• Επτά οι λυχνίες της Αποκάλυψης κτλ.
Ο αριθμός εννέα (9) που αναφέρεται συμβολίζει τα εννέα τάγματα των Επουρανίων Αγγελικών Δυνάμεων τα οποία αδιάλειπτα προσφέρουν με την Χάριν του Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ την προστασία τους στους ανθρώπους και γι' αυτό θέλουμε συμβολικά να τα τιμήσουμε.

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Εκκλησιασμός Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Η πίστη στο Θεό και η συμμετοχή στη θεία λατρεία, προπαντός στην ευχαριστιακή σύναξη, αποτελούν για κάθε ζωντανό μέλος της Εκκλησίας δυο πραγματικότητες αξεχώριστες. Ο αληθινός χριστιανός δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τη θεία Λειτουργία. Τα υπερώα του Μυστικού Δείπνου και της Πεντηκοστής, που συνέχειά τους είναι οι ιεροί ναοί, αποτελούν κατεξοχήν τους τόπους της παρουσίας του Θεού και την διανομής των θείων χαρισμάτων. Η «ομοθυμαδόν επί το αυτό» προσκαρτέρηση των πιστών εκφράζει την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος, που εδώ και τώρα προγεύεται τα αγαθά της βασιλείας του Θεού. Αυτή την αλήθεια απηχούν και οι άγιοι Πατέρες της Πενθέκτης Συνόδου (691), όταν παραγγέλλουν ν’ αποκόπτεται από το σώμα της Εκκλησίας εκείνος που, χωρίς σοβαρό λόγο, δεν εκκλησιάζεται για τρεις συνεχείς Κυριακές.
Ο τακτικός εκκλησιασμός δεν αποτελεί για τον πιστό μιαν απλή συνήθεια, ένα τυπικό θρησκευτικό καθήκον, μια κοινωνική υποχρέωση ή έστω μια ψυχολογική διέξοδο από τον ασφυκτικό κλοιό της καθημερινότητος. Αντίθετα, με την προσέλευσή του στο ναό εκφράζει μιαν υπαρξιακή του ανάγκη. Την ανάγκη να ζήσει αληθινά, αυθεντικά. Να συναντήσει την Πηγή της ζωής του, το Δημιουργό του, και να ενωθεί μαζί Του. Να εκφράσει την αγάπη και την ευλάβειά του στην Παναγία μας και στους Αγίους, του φίλους του Θεού. Να νιώσει δίπλα του τους πνευματικούς του αδελφούς.
Το σώμα και το αίμα του Χριστού, που μεταλαβαίνει στη θεία Λειτουργία, του χαρίζουν αυτή την πληρότητα, τον κάνουν να αισθάνεται «συμπολίτης των αγίων και οικείος του Θεού». Έτσι, αναχωρεί από το ναό με τη δύναμη ν’ αντιμετωπίσει σύμφωνα με το θείο θέλημα και με την προοπτική της αιώνιας ζωής τη φθαρτότητα του καθημερινού του βίου.
Στις μέρες μας, που το ψεύτικο και απατηλό περισσεύει και που οι ανθρώπινες ελπίδες από παντού διαψεύδονται, το ενδιαφέρον για την ορθόδοξη λατρεία συνεχώς αυξάνεται, καθώς πολλοί ανακαλύπτουν σ’ αυτήν το νόημα της ζωής. Ωστόσο, είναι αλήθεια, οι περισσότεροι αδελφοί μας απουσιάζουν από τις εκκλησίες μας…
Διαβάζοντας κανείς τους λόγους του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου του μεγάλου ιεράρχου,, χαίρεται τη ζωντάνια τους, θαυμάζει την επικαιρότητά τους και διαπιστώνει πως ο άνθρωπος στο βάθος του παραμένει απαράλλακτος όλες τις εποχές.
Ας ευχηθούμε, το σπίτι του Θεού, ο ιερός ναός, να γίνει και δικό μας σπίτι, η θεία Λειτουργία να καταστεί το κέντρο της υπάρξεώς μας και η τράπεζα της Ευχαριστίας ν’ αποβεί για τον καθένα μας «ψυχοτρόφος και ζωοποιός» Λιμάνια πνευματικά οι ναοί
Με λιμάνια μέσα στο πέλαγος μοιάζουν οι ναοί, που ο Θεός εγκατέστησε στις πόλεις πνευματικά λιμάνια, όπου βρίσκουμε απερίγραπτη ψυχική ηρεμία όσοι σ’ αυτά καταφεύγουμε, ζαλισμένοι από την κοσμική τύρβη. Κι όπως ακριβώς ένα απάνεμο κι ακύμαντο λιμάνι προσφέρει ασφάλεια στα αραγμένα πλοία, έτσι και ο ναός σώζει από την τρικυμία των βιοτικών μεριμνών όσους σ’ αυτόν προστρέχουν και αξιώνει τους πιστούς να στέκονται με σιγουριά και ν’ ακούνε το λόγο του Θεού με γαλήνη πολλή.
Ο ναός είναι θεμέλιο της αρετής και σχολείο της πνευματικής ζωής. Πάτησε στα πρόθυρά του μόνο, οποιαδήποτε ώρα, κι αμέσως θα ξεχάσεις τις καθημερινές φροντίδες. Πέρασε μέσα, και μια αύρα πνευματική θα περικυκλώσει την ψυχή σου. Αυτή η ησυχία προξενεί δέος και διδάσκει τη χριστιανική ζωή, ανορθώνει το φρόνημα και δεν σε αφήνει να θυμάσαι τα παρόντα, σε μεταφέρει από τη γη στον ουρανό. Κι αν τόσο μεγάλο είναι το κέρδος όταν δεν γίνεται λατρευτική σύναξη, σκέψου, όταν τελείται η Λειτουργία και οι προφήτες διδάσκουν, οι απόστολοι κηρύσσουν το Ευαγγέλιο, ο Χριστός βρίσκεται ανάμεσα στους πιστούς, ο Θεός Πατέρας δέχεται την τελούμενη θυσία, το Άγιο Πνεύμα χορηγεί τη δική Του αγαλλίαση, τότε λοιπόν, με πόση ωφέλεια πλημμυρισμένοι δεν φεύγουν από το ναό οι εκκλησιαζόμενοι;
Στην εκκλησία συντηρείται η χαρά όσων χαίρονται, στην εκκλησία βρίσκεται η ευθυμία των πικραμένων, η ευφροσύνη των λυπημένων, η αναψυχή των βασανισμένων, η ανάπαυση των κουρασμένων. Γιατί ο Χριστός λέει: «Ελάτε σ’ εμένα όλοι όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι με προβλήματα, κι εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθ. 11:28). Τι πιο ποθητό απ’ αυτή τη φωνή; Τι πιο γλυκό από τούτη την πρόσκληση; Σε συμπόσιο σε καλεί ο Κύριος, όταν σε προσκαλεί στην εκκλησία σε ανάπαυση από τους κόπους σε παρακινεί σε ανακούφιση από τις οδύνες σε μεταφέρει. Γιατί σε ξαλαφρώνει από το βάρος των αμαρτημάτων. Με την πνευματική απόλαυση θεραπεύει τη στενοχώρια και με τη χαρά τη λύπη. 

Γιατί δεν εκκλησιάζεσαι;

Παρ’ όλα αυτά, λίγοι είναι εκείνοι που έρχονται στην εκκλησία. Τι θλιβερό! Στους χορούς και στις διασκεδάσεις τρέχουμε πρόθυμα. Τις ανοησίες των τραγουδιστών τις ακούμε με ευχαρίστηση. Τις αισχρολογίες των ηθοποιών τις απολαμβάνουμε για ώρες, δίχως να βαριόμαστε. Και μόνο όταν μιλάει ο Θεός, χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε και ζαλιζόμαστε. Μα και στα ιπποδρόμια, μολονότι δεν υπάρχει στέγη για να προστατεύει τους θεατές από τη βροχή, τρέχουν οι περισσότεροι σαν μανιακοί, ακόμα κι όταν βρέχει ραγδαία, ακόμα κι όταν ο άνεμος σηκώνει τα πάντα. Δεν λογαριάζουν ούτε την κακοκαιρία ούτε το κρύο ούτε την απόσταση. Τίποτα δεν τους κρατάει στα σπίτια τους. Όταν, όμως, πρόκειται να πάνε στην εκκλησία, τότε και το ψιλόβροχο τους γίνεται εμπόδιο. Κι αν τους ρωτήσεις, ποιος είναι ο Αμώς ή ο Οβδιού, πόσοι είναι οι προφήτες ή οι απόστολοι, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν το στόμα τους. Για τ’ άλογα, όμως, τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς μπορούν σε πληροφορήσουν με κάθε λεπτομέρεια. Είναι κατάσταση αυτή;
Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, και σχεδόν κανένας δεν παρουσιάζεται στο ναό. Φαίνεται πως η απόσταση παρασύρει τους χριστιανούς στην αμέλεια ή μάλλον όχι η απόσταση, αλλά η αμέλεια μόνο τους εμποδίζει. Γιατί, όπως τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει αυτόν που έχει αγαθή προαίρεση και ζήλο να κάνει κάτι, έτσι και τον αμελή, τον ράθυμο και αναβλητικό όλα μπορούν να τον εμποδίσουν.
Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους για την Αλήθεια, κι εσύ λογαριάζεις μια τόσο μικρή απόσταση; Εκείνοι θυσίασαν τη ζωή τους για το Χριστό, κι εσύ δεν θέλεις ούτε λίγο να κοπιάσεις; Ο Κύριος πέθανε για χάρη σου, κι εσύ Τον περιφρονείς; Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, κι εσύ βαριέσαι να έρθεις στο ναό, προτιμώντας να κάθεσαι στο σπίτι σου; Και όμως, πρέπει να έρθεις, για να δεις το διάβολο να νικιέται, τον άγιο να νικάει, το Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να θριαμβεύει.
«Μα είμαι αμαρτωλός», λες, «και δεν τολμώ ν’ αντικρύσω τον άγιο». Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος. Ή μήπως δεν γνωρίζεις, ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, έχουν διαπράξει αμαρτίες; Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη, ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους.
«Αφού, όμως, δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία», θα μου πει κάποιος, «πως μπορώ να έρθω πάλι;». Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει και δεύτερη και πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο.
Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς. Όμως δεν είναι εύλογη και τούτη η πρόφαση. Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του άφησε μία. Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες;
Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό. Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία, και θα φέρεις  στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών. Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου τη στάση χάσεις κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής.
Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά. Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού.
«Ναι, αλλά μπορώ», λέει κάποιος άλλος, «να προσευχηθώ και στο σπίτι μου». Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατόν να προσευχηθείς και στο σπίτι σου. Είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία, όπου υπάρχει το πλήθος των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό. Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου, όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό.
Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί και ελκύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού. Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας;  

Η προσέλευσή μας στον Ιερό Ναό

Σας παρακαλώ, λοιπόν, και σας ικετεύω, ας προτιμάτε από οποιαδήποτε άλλη ασχολία και φροντίδα τον εκκλησιασμό. Ας τρέχουμε πρόθυμα, όπου κι αν βρισκόμαστε, στην εκκλησία.
Προσέξτε, όμως, κανείς να μην μπει στον ιερό αυτό χώρο, έχοντας βιοτικές φροντίδες ή περισπασμούς ή φόβους. Αλλά αφού τ’ αφήσουμε όλα τούτα έξω, στις πύλες του ναού, τότε ας περάσουμε μέσα. Γιατί ερχόμαστε στα ανάκτορα των ουρανών, πατάμε σε τόπους που αστράφτουν.
Ας διώξουμε από την ψυχή μας πρώτα-πρώτα τη μνησικακία, για να μην κατακριθούμε, όταν παρουσιαστούμε μπροστά στο Θεό και προσευχηθούμε λέγοντας: «Πάτερ ημών..., άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Διαφορετικά, πώς θέλεις να φανεί ο Δεσπότης Χριστός γλυκός και πράος απέναντί σου, αφού εσύ γίνεσαι στον συνάνθρωπό σου σκληρός και δεν τον συγχωρείς; Πώς θα μπορέσεις να υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό; Πώς θα κινήσεις τη γλώσσα σου σε λόγια προσευχής; Πώς θα ζητήσεις συγγνώμη; Ακόμα κι αν θέλει ο Θεός να συγχωρήσει τις αμαρτίες σου, δεν Τον αφήνεις εσύ, επειδή δεν συγχωρείς τον πλησίον σου.

Η αμφίεσή μας

Μα και η ενδυμασία μας στο ναό να είναι καλή από κάθε πλευρά. Να είναι κόσμια και όχι εξεζητημένη. Γιατί το κόσμιο είναι σεμνό, ενώ το εξεζητημένο είναι άσεμνο.
Αυτό ακριβώς μας παραγγέλλει και ο απόστολος Παύλος, όταν λέει: «Θέλω να προσεύχονται οι άνδρες σε κάθε  τόπο, σηκώνοντας προς τον ουρανό χέρια όσια, χωρίς οργή και δισταγμό ολιγοπιστίας. Επίσης και οι γυναίκες να προσεύχονται με αμφίεση σεμνή, στολίζοντας τον εαυτό τους με σεμνότητα και σωφροσύνη, όχι με περίτεχνες κομμώσεις και χρυσά κοσμήματα ή μαργαριτάρια ή ενδύματα πολυτελή, αλλά με ό,τι ταιριάζει στις γυναίκες που λένε ότι σέβονται το Θεό, δηλαδή με καλά έργα» (Α’ Τιμ. 2:8-10). Αν, λοιπόν, απαγορεύει στις γυναίκες εκείνα που είναι απόδειξη πλούτου, πολύ περισσότερο απαγορεύει όσα κινούν την περιέργεια, όπως τα φτιασίδια, το βάψιμο των ματιών, το κουνιστό βάδισμα, τα παράξενα ρούχα και τα παρόμοια.
Τι λες, γυναίκα; Έρχεσαι στο ναό να προσευχηθείς, και στολίζεσαι με χρυσαφικά και χτενίζεσαι επιτηδευμένα; Μήπως ήρθες για να χορέψεις; Μήπως για να λάβεις μέρος σε γαμήλια γιορτή; Εκεί έχουν θέση τα χρυσαφικά και οι πολυτέλειες εδώ δεν χρειάζεται τίποτα απ’ αυτά. Ήρθες να παρακαλέσεις το Θεό για τις αμαρτίες σου. Τι στολίζεις, λοιπόν, τον εαυτό σου; Αυτή η εμφάνιση δεν είναι γυναίκας που ικετεύει. Πώς μπορείς να στενάξεις, πώς μπορείς να δακρύσεις, πώς μπορείς να προσευχηθείς με θέρμη, έχοντας τέτοια αμφίεση; Θέλεις να φαίνεσαι ευπρεπής; Φόρεσε το Χριστό και όχι το χρυσό. Ντύσου την ελεημοσύνη, τη φιλανθρωπία, τη σωφροσύνη, την ταπεινοφροσύνη. Αυτά αξίζουν περισσότερο απ’ όλο το χρυσάφι. Αυτά και την ωραία την κάνουν ωραιότερη και την άσχημη την ομορφαίνουν. Να ξέρεις, γυναίκα, πως, όταν στολιστείς πολύ, γίνεσαι πιο αισχρή κι από τη γυμνή, γιατί έχεις αποβάλει πια την κοσμιότητα.

Προσοχή και προσευχή

Αλλά και η διαγωγή μας, όσο βρισκόμαστε μέσα στο ναό, ας είναι η πρέπουσα, όπως αρμόζει σε άνθρωπο που βρίσκεται μπροστά στο Θεό. Να μην ασχολούμαστε με άσκοπες συζητήσεις, μα να στεκόμαστε με φόβο και τρόμο, με προσοχή και προθυμία, με το βλέμμα στραμμένο στη γη και την ψυχή υψωμένη στον ουρανό.
Γιατί έρχονται πολλοί στην εκκλησία, επαναλαμβάνουν μηχανικά ψαλμούς και ευχές, και φεύγουν, δίχως να ξέρουν τι είπαν. Τα χείλη κινούνται, αλλά τ’ αυτιά δεν ακούνε. Εσύ δεν ακούς την προσευχή σου, και θέλεις να σε εισακούσει ο Θεός; Γονάτισα, λες, αλλά ο νους σου πετούσε μακριά. Το σώμα σου ήταν μέσα στην εκκλησία και η ψυχή σου έξω. Το στόμα έλεγε την προσευχή και ο νους μετρούσε τόκους, συμβόλαια, συναλλαγές, χωράφια, κτήματα, συναναστροφές με φίλους. Κι’ όλα αυτά συμβαίνουν, γιατί ο διάβολος είναι πονηρός. Ξέρει πως την ώρα της προσευχής κερδίζουμε πολλά, γι’ αυτό τότε επιτίθεται με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Άλλες φορές είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, και τίποτα δεν σκεφτόμαστε. Ήρθαμε όμως στην εκκλησία να προσευχηθούμε, και ο διάβολος μας έβαλε ένα σωρό λογισμούς, ώστε καθόλου να μην ωφεληθούμε.
Αν, αλήθεια, ο Θεός σου ζητήσει λόγο για την αδιαφορία ή και την ασέβεια που δείχνεις στις λατρευτικές συνάξεις, τι θα κάνεις; Να, την ώρα που Αυτός σου μιλάει, εσύ, αντί να προσεύχεσαι, έχεις πιάσει κουβέντα με τον διπλανό σου για πράγματα ανώφελα. Και όλα τ’ άλλα αμαρτήματά μας αν παραβλέψει ο Θεός, τούτο φτάνει για να στερηθούμε τη σωτηρία. Μην το θεωρείς μικρό παράπτωμα. Για να καταλάβεις, τη βαρύτητά του, σκέψου τι γίνεται στην ανάλογη περίπτωση των ανθρώπων. Ας υποθέσουμε ότι συζητάς μ’ ένα επίσημο πρόσωπο ή μ’ έναν εγκάρδιο φίλο σου. Και ενώ εκείνος σου μιλάει, εσύ γυρίζεις αδιάφορα το κεφάλι σου και αρχίζεις να κουβεντιάζεις με κάποιον άλλο. Δεν θα προσβληθεί ο συνομιλητής σου απ’ αυτή την απρέπειά σου; Δεν θα θυμώσει; Δεν θα σου ζητήσει το λόγο;
Αλίμονο! Βρίσκεσαι στη θεία Λειτουργία, κι ενώ το βασιλικό τραπέζι είναι ετοιμασμένο, ενώ ο Αμνός του Θεού θυσιάζεται για χάρη σου, ενώ ο ιερέας αγωνίζεται για τη σωτηρία σου, εσύ αδιαφορείς. Την ώρα που τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ σκεπάζουν τα πρόσωπά τους από δέος και όλες οι ουράνιες δυνάμεις μαζί με τον ιερέα παρακαλούν το Θεό για σένα, τη στιγμή που κατεβαίνει από τον ουρανό η φωτιά του Αγίου Πνεύματος και το αίμα του Χριστού χύνεται από την άχραντη πλευρά Του μέσα στο άγιο Ποτήριο, τη στιγμή αυτή η συνείδησή σου, άραγε, δεν σε ελέγχει για την απροσεξία σου; Σκέψου, άνθρωπε μου, μπροστά σε Ποιον στέκεσαι την ώρα της φρικτής μυσταγωγίας και μαζί με ποιους – με τα Χερουβείμ, με τα Σεραφείμ, με όλες τις ουράνιες δυνάμεις. Αναλογίσου μαζί με ποιους ψάλλεις και προσεύχεσαι. Είναι αρκετό για να συνέλθεις, όταν θυμηθείς ότι, ενώ έχεις υλικό σώμα, αξιώνεσαι να υμνείς τον Κύριο της κτίσεως μαζί με τους ασώματους αγγέλους.
Μη συμμετέχεις, λοιπόν, στην ιερή εκείνη υμνωδία με αδιαφορία. Μην έχεις στο νου σου βιοτικές σκέψεις. Διώξε κάθε γήινο λογισμό και ανέβα νοερά στον ουρανό, κοντά στο θρόνο του Θεού. Πέταξε εκεί μαζί με τα Σεραφείμ, φτερούγισε μαζί τους, ψάλε τον τρισάγιο ύμνο στην Παναγία Τριάδα.

Η Θεία Κοινωνία

Και σαν έρθει η στιγμή της θείας Κοινωνίας και πρόκειται να πλησιάσεις την αγία Τράπεζα, πίστευε ακλόνητα πως εκεί είναι παρών ο Χριστός, ο Βασιλιάς των όλων. Όταν δεις τον ιερέα να σου προσφέρει το σώμα και το αίμα του Κυρίου, μη νομίσεις ότι ο ιερέας το κάνει αυτό, αλλά πίστευε ότι το χέρι που απλώνεται είναι του Χριστού. Αυτός που λάμπρυνε με την παρουσία Του την τράπεζα του Μυστικού Δείπνου, Αυτός και τώρα διακοσμεί την Τράπεζα της θείας Λειτουργίας. Παραβρίσκεται πραγματικά και εξετάζει του καθενός την προαίρεση και παρατηρεί ποιος πλησιάζει με ευλάβεια ταιριαστή στο άγιο Μυστήριο, ποιος με πονηρή συνείδηση, με σκέψεις βρωμερές και ακάθαρτες, με πράξεις μολυσμένες. Αναλογίσου, λοιπόν, κι εσύ ποιο ελάττωμά σου διόρθωσες, ποιαν αρετή κατόρθωσες, ποιαν αμαρτία έσβησες με την εξομολόγηση, σε τι έγινες καλύτερος. Αν η συνείδησή σου σε πληροφορεί ότι φρόντισες αρκετά για την επούλωση των ψυχικών σου τραυμάτων, αν έκανες κάτι περισσότερο από τη νηστεία, κοινώνησε με φόβο Θεού. Αλλιώς, μείνε μακριά από  τα άχραντα Μυστήρια. Και όταν καθαριστείς απ’ όλες τις αμαρτίες σου, τότε να πλησιάσεις.
Να προσέρχεστε, λοιπόν, στη θεία Κοινωνία με φόβο και τρόμο, με συνείδηση καθαρή, με νηστεία και προσευχή. Χωρίς να θορυβείτε, χωρίς να ποδοπατάτε και να σπρώχνετε τους διπλανούς σας. Γιατί αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη τρέλα και τη χειρότερη περιφρόνηση των θείων Μυστηρίων.
Πες μου, άνθρωπε, γιατί κάνεις θόρυβο; Γιατί βιάζεσαι; Σε πιέζει τάχα η ανάγκη να κάνεις τις δουλειές σου; Και σου περνάει άραγε, την ώρα που πας να κοινωνήσεις, η σκέψη ότι έχεις δουλειές; Έχεις μήπως την αίσθηση ότι είσαι πάνω στη γη; Νομίζεις ότι βρίσκεσαι μαζί με ανθρώπους και όχι με τους χορούς των αγγέλων; Μα κάτι τέτοιο είναι δείγμα πέτρινης καρδιάς.... 

Κάθε πότε να κοινωνούμε;

Υπάρχει κι ένα άλλο θέμα: Πολλοί κοινωνούν μια φορά το χρόνο, άλλοι δύο φορές, άλλοι περισσότερες. Ποιους απ’ αυτούς θα επιδοκιμάσουμε; Όσους μια φορά, όσους πολλές ή όσους λίγες φορές μεταλαβαίνουν; Ούτε τους μία ούτε τις πολλές ούτε τους λίγες, μα εκείνους που πλησιάζουν στο άγιο Ποτήριο με καρδιά αγνή, με βίο ανεπίληπτο. Αυτοί ας κοινωνούν πάντα. Οι άλλοι, οι αμετανόητοι αμαρτωλοί, ας μένουν μακριά από τα άχραντα Μυστήρια, γιατί αλλιώς κρίμα και καταδίκη, ετοιμάζουν για τον εαυτό τους. Ο άγιος απόστολος λέει: «Όποιος τρώει τον άρτο και πίνει το ποτήριο του Κυρίου με τρόπο ανάξιο, γίνεται ένοχος αμαρτήματος απέναντι στο σώμα και στο αίμα του Κυρίου, προκαλώντας την καταδίκη του» (Α’ Κορ. 11:27, 29). Θα τιμωρηθεί, δηλαδή, τόσο αυστηρά, όσο και οι σταυρωτές του Χριστού, αφού κι εκείνοι έγιναν ένοχοι αμαρτήματος απέναντι στο σώμα Του.
Πολλοί από τους πιστούς έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο περιφρονήσεως των αγίων Μυστηρίων, ώστε, ενώ είναι γεμάτοι από αμέτρητες κακίες και δεν διορθώνουν καθόλου τον εαυτό τους, κοινωνούν στις γιορτές απροετοίμαστοι. Μη γνωρίζοντας ότι προϋπόθεση της θείας Κοινωνίας δεν είναι η γιορτή, αλλά, καθώς είπαμε, η καθαρή συνείδηση. Και όπως αυτός που δεν αισθάνεται κανένα κακό στη συνείδησή του, πρέπει καθημερινά να προσέρχεται στη θεία Κοινωνία, έτσι κι αυτός που είναι φορτωμένος αμαρτήματα και δεν μετανοεί, πρέπει να μην κοινωνεί ούτε στη γιορτή. Γι’ αυτό και πάλι σας παρακαλώ όλους να μην πλησιάζετε στα θεία Μυστήρια έτσι απροετοίμαστοι κι επειδή το απαιτεί η γιορτή, αλλά, αν κάποτε αποφασίσετε να λάβετε μέρος στη θεία Λειτουργία και να κοινωνήσετε, να καθαρίζετε καλά τον εαυτό σας, από πολλές μέρες πριν, με τη μετάνοια, την προσευχή, την ελεημοσύνη, τη φροντίδα για τα πνευματικά πράγματα.

Παραμονή ως την απόλυση

Ήρθες, λοιπόν, στην εκκλησία και αξιώθηκες να συναντήσεις το Χριστό; Μη φύγεις, αν δεν τελειώσει η ακολουθία. Αν φύγεις πριν από την απόλυση, είσαι ένοχος όσο κι ένας δραπέτης. Πηγαίνεις στο θέατρο και, αν δεν τελειώσει η παράσταση, δεν φεύγεις. Μπαίνεις στην εκκλησία, στον οίκο του Κυρίου, και γυρίζεις την πλάτη στα άχραντα Μυστήρια; Φοβήσου τουλάχιστον εκείνον που είπε: «Όποιος καταφρονεί το Θεό, θα καταφρονηθεί απ’ Αυτόν» (Πρβλ. Παροιμ. 13:13).
Τι κάνεις, άνθρωπε; Ενώ ο Χριστός είναι παρών, οι άγγελοι Του παραστέκονται, οι αδελφοί σου κοινωνούν ακόμα, εσύ τους εγκαταλείπεις και φεύγεις; Ο Χριστός σου προσφέρει την αγία σάρκα Του, κι εσύ δεν περιμένεις λίγο, για να Τον ευχαριστήσεις έστω με τα λόγια; Όταν παρακάθεσαι σε δείπνο, δεν τολμάς να φύγεις, έστω κι αν έχεις χορτάσει, τη στιγμή που οι φίλοι σου κάθονται ακόμα στο τραπέζι. Και τώρα που τελούνται τα φρικτά Μυστήρια του Χριστού, τ’ αφήνεις όλα στη μέση και φεύγεις;
Θέλετε να σας πω τίνος το έργο κάνουν όσοι φεύγουν πριν τελειώσει η θεία Λειτουργία και δεν συμμετέχουν έτσι στις τελευταίες ευχαριστήριες ευχές; Ίσως είναι βαρύ αυτό που πρόκειται να πω, μα πρέπει να το πω. Όταν ο Ιούδας πήρε μέρος στον Μυστικό Δείπνο του Χριστού, ενώ όλοι ήταν καθισμένοι στο τραπέζι, αυτός σηκώθηκε πριν από τους άλλους κι έφυγε. Εκείνον, λοιπόν, τον Ιούδα μιμούνται... Αν δεν έφευγε τότε εκείνος, δεν θα γινόταν προδότης, δεν θα χανόταν. Αν δεν ξεχώριζε τον εαυτό του από το ποίμνιο, δεν θα τον έβρισκε μόνο του ο λύκος, για να τον φάει.

Μετά τον εκκλησιασμό

Εμείς ας αναχωρούμε από τη θεία Λειτουργία σαν λιοντάρια που  βγάζουν φωτιά, έχοντας γίνει φοβεροί ακόμα και στο διάβολο. Γιατί το άγιο αίμα του Κυρίου που κοινωνούμε, ποτίζει την ψυχή μας και της δίνει μεγάλη δύναμη. Όταν το μεταλαβαίνουμε άξια, διώχνει τους δαίμονες μακριά και φέρνει κοντά μας τους αγγέλους και τον Κύριο των αγγέλων. Αυτό το αίμα είναι η σωτηρία των ψυχών μας, μ’ αυτό λούζεται η ψυχή, μ’ αυτό στολίζεται. Αυτό το αίμα κάνει το νου μας λαμπρότερο από τη φωτιά, αυτό κάνει την ψυχή μας λαμπρότερη από το χρυσάφι.
Προσελκύστε, λοιπόν, τους αδελφούς μας στην εκκλησία, προτρέψτε τους πλανημένους, συμβουλέψτε τους όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα. Κι αν ακόμα τίποτα δεν πεις, αλλά βγεις από την ιερή σύναξη, δείχνοντας στους απόντες – και με την εμφάνιση και με το βλέμμα και με τη φωνή και με το βάδισμα και μ’ όλη σου τη σεμνότητα – τι κέρδος που αποκόμισες από το ναό, αυτό είναι αρκετό για παραίνεση και συμβουλή. Γιατί έτσι πρέπει να βγαίνουμε από το ναό, σαν από τα ιερά άδυτα, σαν να κατεβαίνουμε από τους ίδιους τους ουρανούς. Δίδαξε όσους δεν εκκλησιάζονται ότι έψαλες μαζί με τα Σεραφείμ, ότι ανήκεις στην ουράνια πολιτεία, ότι συναντήθηκες με το Χριστό και μίλησες μαζί Του. Αν έτσι ζούμε τη θεία Λειτουργία, δεν θα χρειαστεί να πούμε τίποτα στους απόντες. Αλλά βλέποντας εκείνοι τη δική μας ωφέλεια, θα νιώσουν τη δική τους ζημιά και θα τρέξουν γρήγορα στην εκκλησία, για ν’ απολαύσουν τα ίδια αγαθά, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, αιώνια ανήκει η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν
 

Ελάτε μαζί μας στο facebook